Με την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί ο κόσμος χάνει ένα σύμβολο θρησκευτικής συνύπαρξης*

Κείμενο: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΖΛΑΤΑΝΟΣ IBSEN** Μετάφραση: ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΑΥΛΟΣ***

Η Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη /Φωτογραφία: Η Καθημερινή

Στις 10 Ιουλίου το Ανώτατο Δικαστήριο της Τουρκίας αποφάσισε να απορρίψει την απόφαση με την οποία το 1935 η Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη μετατράπηκε από τζαμί σε μουσείο. Αυτό προκάλεσε έντονη κριτική, άμεσα και διεθνώς. Ο υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής Μάικ Πομπέο παρότρυνε την Τουρκία να αλλάξει την απόφασή της. Στην Κυριακάτικη προσευχή, ο Πάπας Φραγκίσκος είπε ότι οι σκέψεις του «είναι στην Αγία Σοφία» και ότι «πονάει πολύ» με την εξέλιξη αυτή. Η UNESCO – την οποία η Τουρκία αγνόησε παντελώς σχετικά με την απόφαση, μολονότι το μνημείο και ο ιστορικός περίγυρός του τελούν υπό την Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά ζήτησε διαβούλευση με τις Τουρκικές Αρχές, το συντομότερο δυνατόν. Ο Τούρκος συγγραφέας Ορχάν Παμούκ δήλωσε ότι αυτή η μετατροπή αποστερεί από την Τουρκία το σημαντικότερο σύμβολο της κοσμικής τιμής της.

Είναι σαφές ότι η Αγία Σοφία θα είναι λιγότερο διαθέσιμη ως τζαμί από ότι ως μουσείο, ακόμη και αν ο Πρόεδρος Ερντογάν επιμένει ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Με το να πάψει να είναι πλέον μουσείο, η Αγία Σοφία αποστερείται του ρόλου της ως μνημείου παγκόσμιας κληρονομιάς, όπως διατυπώθηκε πρόσφατα. Σε ένα νορβηγικό podcast για τους μουσουλμάνους και το Ισλάμ, επισημάνθηκε, επίσης, ως ένα πολύ συγκεκριμένο πρόβλημα και η απώλεια σημαντικού τουριστικού εισοδήματος: σχεδόν τέσσερα εκατομμύρια τουρίστες επισκέφθηκαν πέρυσι το μνημείο της Αγίας Σοφίας, περισσότερο από κάθε άλλο αξιοθέατο στη χώρα.

Έρευνες δείχνουν ότι μια σαφής πλειοψηφία του πληθυσμού της Τουρκίας διάκειται θετικά υπέρ της αλλαγής του καθεστώτος της Αγίας Σοφίας. Μια τέτοια αλλαγή, ωστόσο, μπορεί να έχει πολύ αρνητικές συνέπειες στη φήμη της χώρας. Οι Οθωμανοί δεν συμπεριφέρθηκαν περισσότερο ή λιγότερο ηθικά από ότι άλλοι στρατοί και αυτοκρατορίες, όταν κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη το 1453. Είναι δε, αναμφίβολο το γεγονός ότι η Αγία Σοφία ήταν αρχικά Ορθόδοξος Χριστιανικός ναός και μετατράπηκε σε τζαμί ως αποτέλεσμα στρατιωτικής κατάκτησης. Αυτή είναι μια ζοφερή πραγματικότητα που ρίχνει σκοτεινή ιστορική σκιά στην εκ νέου μετατροπή της σε τζαμί σήμερα.

Η απόφαση του Κεμάλ Ατατούρκ να μετατρέψει την Αγία Σοφία από τζαμί σε μουσείο το 1935 οφειλόταν πιθανότατα σε πολλούς λόγους. Το ιστορικό αυτό κτίσμα ήταν τότε σε κακή κατάσταση και η Τουρκία θα μπορούσε έτσι να καθησυχάσει τους Έλληνες, ώστε να εξασφαλίσει ένα κοινό μέτωπο ενάντια σε μια πιθανή ιταλική προώθηση στο Αιγαίο πέλαγος. Επιπλέον, ο Ατατούρκ ενδιαφερόταν να διασφαλίσει την κοσμική δημοκρατία στην Τουρκία.

Ανεξαρτήτως κινήτρων, η απόφαση του Ατατούρκ εναρμονίστηκε με την ειρηνική συνύπαρξη και τη μετριοπάθεια. Αυτό δεν ήταν καθόλου λιγότερο απαραίτητο εκείνη τη στιγμή, όταν περισσότεροι από 100.000 Έλληνες ζούσαν ακόμη στην Κωνσταντινούπολη – μια σημαντικότατη μειονότητα που κρατήθηκε εκτός ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, σχεδόν δέκα χρόνια νωρίτερα. Αυτή η μειονότητα έχει σήμερα, δυστυχώς, σχεδόν αφανιστεί.

Η Αγία Σοφία είναι, δίχως σύγκριση, το πλέον διάσημο και υπέροχο δείγμα βυζαντινής αρχιτεκτονικής. Είναι δε γεγονός ότι, ολόκληρη η Ανατολική Ρωμαϊκή, ή Βυζαντινή, εποχή, είναι περιφρονημένη, τόσο ιστορικά όσο και στη γενική συνείδηση των ανθρώπων στην Ευρώπη. Ωστόσο, όχι μόνον το Ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας διήρκεσε πολύ περισσότερο από το αντίστοιχο δυτικό τμήμα, αλλά και περιέχει το κλειδί για την κατανόηση της μετάδοσης της αρχαίας γνώσης και των ανθρώπινων ιδανικών στην Αναγέννηση και αργότερα στη σύγχρονη εποχή.

Τέλος, το ζήτημα της Αγίας Σοφίας αφορά άμεσα και στη σχέση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Ύστερα από πολλά χρόνια βελτιούμενων σχέσεων, η κατάσταση είναι και πάλι τεταμένη. Δεν έχουν περάσει πολλοί μήνες από τότε που οι δύο χώρες κινητοποίησαν δυνάμεις στα βόρεια, στα σύνορα του Έβρου, κατά την ένταση που προκλήθηκε από την προσφυγική κρίση. Αυτή η κατάσταση πόρρω απέχει από το να θεωρηθεί οριστικά παρελθόν, καθώς δόθηκε απλώς ανάπαυλα λόγω της γενικής καραντίνας που η πανδημία του κορωνοϊού επέβαλε παγκοσμίως: είναι σχεδόν αναμφίβολο ότι θα επιδεινωθεί και πάλι.

Ήδη, η Τουρκία δείχνει να επιχειρεί δοκιμαστική γεώτρηση σε τμήματα της Μεσογείου που η Ελλάδα δηλώνει ως ελληνικά ύδατα. Το ζήτημα της εξόρυξης φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο επηρεάζει σαφώς τα συμφέροντα ορισμένων άλλων χωρών, όπως το Ισραήλ, η Κύπρος και η Αίγυπτος, και απειλεί να κλονίσει την σταθερότητα ολόκληρης της περιοχής. Για να αποφευχθούν περαιτέρω αρνητικές εξελίξεις είναι απαραίτητο οι χώρες να σεβαστούν τα ιδιαίτερα ευαίσθητα ζητήματα αλλήλων, και να αποφύγουν την πολιτικοποίηση των κοινών και διαφορετικών πτυχών της ιστορίας τους. Δεν υπάρχει τίποτε καταλληλότερο στην κατεύθυνση αυτή από το να διατηρήσουν αμετάβλητα τα μουσεία που διαθέτουν.

* Η ανάλυση αυτή του Αλέξανδρου Ζλατάνου Ibsen δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Καθημερινή, ανήμερα της πρώτης ισλαμικής προσευχής μέσα στην Αγία Σοφία, μετά τη μετατροπή της σε τζαμί, την Παρασκευή 24 Ιουλίου 2020: (https://www.kathimerini.gr/politics/1089144/apopsi-me-tin-metatropi-tis-agias-sofias-se-tzami-o-kosmos-chanei-ena-symvolo-thriskeytikis-synyparxis/)

** Ο Αλέξανδρος Ζλατάνος Ibsen είναι Πολιτικός Σύμβουλος για ζητήματα Εξωτερικής Πολιτικής στην Κοινοβουλευτική ομάδα του Συντηρητικού κόμματος (Høyre), στην Νορβηγία.

*** Mετάφραση από τα Νορβηγικά — απόδοση κειμένου: Παύλος Παναγιώτης

«Ἡ Τουρκία πάντοτε τήρησε τήν ὑπογραφή της!»

Η Οδός του Πέραν, κατά το Πογκρόμ, τη λεηλασία, καταστροφή και τον αφανισμό της Ελληνικής Μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη, 1955.

Τή στιγμή πού ἡ ἑλληνική κοινή γνώμη ἔχει στραμμένη τήν προσοχή της στά τραγικά τεκταινόμενα στήν Οὐκρανία, πληθαίνουν οἱ σοβαρές ἐνδείξεις λίαν ἀνησυχητικῶν ἐξελίξεων στά ἑλληνοτουρκικά, ἐνῶ ἡ ἔννοια «συνεκμετάλλευση» εἰσβάλλει μέ νέα ὁρμή στή δημόσια σφαῖρα.

Τό πάζλ τῶν ἐνδείξεων συμπληρώνεται ὄχι μόνον ἀπό διατυπώσεις τρίτων, ὅπως ἡ σύσταση τοῦ Ἀμερικανοῦ Πρέσβη Πάιατ, στή δημοσιογράφο Ἀλεξία Τασούλη στίς 20/9/2020, ὅτι ἡ κυβέρνηση Μητσοτάκη θά πρέπει νά προβεῖ σέ «συμβιβασμούς» μέ τήν Τουρκία, ἀλλά καί ἀπό τοποθετήσεις καί τῆς ἴδιας τῆς ἑλληνικῆς κυβέρνησης· εἴτε διά στόματος ΣΕΑ Ντόκου πού μάλιστα συναντήθηκε πρό ἡμερῶν μέ τόν Ἀμερικανό ὁμόλογό του Σάλλιβαν ὁ ὁποῖος εἶναι αὐτός πού εἶχε σχεδόν προεξαγγείλει τό θερμό ἐπεισόδιο τοῦ καλοκαιριοῦ 2020· εἴτε διά τῆς ἀναφορᾶς τοῦ Πρωθυπουργοῦ σέ «διαφορές» –σέ πληθυντικό ἀριθμό– μέ τή γείτονα, κατά τή συνάντησή του μέ τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη μετά τό πέρας τοῦ γεύματός του μέ τόν Τοῦρκο Πρόεδρο· ἤ ἀκόμη καί διά τῆς ἐν γένει ἀναφορᾶς σέ «θετική ἀτζέντα», ἡ ὁποία ἀσφαλῶς περιλαμβάνει καί ζήτημα προσδιορισμοῦ «θαλασσίων ζωνῶν» (ἔχω ἤδη ἀναφερθεῖ στήν ἐξακολουθούμενη, δυστυχῶς, διγλωσσία τῆς κυβέρνησης, μέ τό Μέγαρο Μαξίμου νά μιλᾶ γιά θαλάσσιες ζῶνες ἐν γένει ἐνῶ τό Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν γιά ὁριοθέτηση ΑΟΖ καί ὑφαλοκρηπίδας μόνον, βλ. «Ἐστία», 8/2/2021, σελ. 3).

Ἐπί πλέον, μόλις τό περασμένο Σάββατο, ἡ «Ἐστία» ἔδειξε συγκεκριμένα πώς ὁ κίνδυνος συνεκμετάλλευσης προκαλεῖται πρωτίστως –καί δυστυχῶς– ἀπό τήν ἑλληνική πλευρά! («Εστία», 19/3/2022, σελ. 1). Ἐνῶ σέ ἐξαιρετικῆς βαρύτητας ὑπαινιγμό στή δημόσια τηλεόραση, ὁ Ὑπουργός Ἐξωτερικῶν ὑπονόησε ἐνδεχόμενο ἐξελίξεων τέτοιας ἔκτασης πού θά ἀπαιτοῦσαν συνταγματικά ἀνανέωση λαϊκῆς ἐντολῆς, αὐξάνοντας τήν ἀδρεναλίνη πού τό ἔκτακτο ταξίδι–ἀστραπή στή Νέα Ὑόρκη καί ἡ συνάντησή του μέ τόν ΓΓ τοῦ ΟΗΕ στό τέλος τῆς περασμένης ἐβδομάδας, ἔχει ἤδη τροφοδοτήσει (βλ. «Ἐστία», 21/3/2022, σελ. 1).

Εἶναι προφανές ὅτι ἡ ἀστάθεια καί ἡ μεταβλητότητα πού διέπει πλέον τή διεθνῆ ἐνεργειακή σκηνή, ὠθεῖ τούς μεγάλους παίκτες νά πιέζουν ἀκόμη ἐντονότερα τήν Ἑλλάδα γιά διευθέτηση–πακέτο ὅλων τῶν ζητημάτων πού ἀξιώνει ἡ Τουρκία, μέ σκοπό τήν «παγίωση τῆς ἀσφάλειας καί τῆς εὐημερίας» στή στρατηγική περιοχή τῆς Ἀνατολικῆς Μεσογείου. Προκρίνεται δέ πρός τοῦτο ἀπό κάποιους ὡς εὔλογο καί λυσιτελές –ὅσο κι ἄν τραγικό συνάμα καί καταστροφικό γιά κάποιους ἄλλους– ἡ κυβέρνηση τοῦ Κυριάκου Μητσοτάκη νά συρθεῖ σέ νέες Πρέσπες, αὐτή τή φορά, Πρέσπες Αἰγαίου.

Στιγμιότυπο από την διάλεξη του Υπουργού Εξωτερικών για το Δίκαιο της Θάλασσας στην Ανατολική Μεσόγειο, στο Νορβηγικό Ινστιτούτο Εξωτερικής Πολιτικής, Όσλο, 16/2/2022.

Σχεδόν ἕνα μῆνα πρίν, στίς 16 Φεβρουαρίου 2022, κατά τήν ἐπίσκεψή του στή Νορβηγία, ὁ Ἕλληνας ΥΠΕΞ ἔδωσε διάλεξη γιά τό Δίκαιο τῆς Θάλασσας στήν Ἀνατολική Μεσόγειο, προσκεκλημένος τοῦ Νορβηγικοῦ Ἰνστιτούτου Ἐξωτερικῆς Πολιτικῆς (NUPI). Λίγα μόλις λεπτά ἀφοῦ εἶχε προηγηθεῖ ἡ κατά παραγγελία τῆς Ἄγκυρας προκλητική παρέμβαση τοῦ Τούρκου Πρέσβη στό Ὄσλο, μέ τή γνωστή συνέχεια τῆς ἀποστομωτικῆς ἀπάντησης τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐξωτερικών, καί διαισθανόμενος τήν κατεύθυνση λίαν ἐπώδυνων, ἱστορικοῦ χαρακτῆρα, συμβιβασμῶν στήν ὁποία σύρεται ἀπό κάποιους ἡ Ἑλλάδα, ὑπέβαλα στόν Νίκο Δένδια τό ἀκόλουθο ἐρώτημα μέ τό ἐξῆς περιεχόμενο:

«Ὑποθέστε, κύριε Ὑπουργέ, ὅτι συμφωνοῦμε μέ τήν Τουρκία στόν προσδιορισμό θαλασσίων ζωνῶν ΑΟΖ καί ὑφαλοκρηπίδας, μέ τόν ἕνα ἤ τόν ἄλλο τρόπο, εἴτε μέσῳ Διεθνοῦς Δικαστηρίου, εἴτε μέ ἀπευθείας συμφωνία. Θά αἰσθανόσασταν ἄνετα μετά ἀπό μιά τέτοια συμφωνία ἤ θά ἀνησυχούσατε, δεδομένου ὅτι τά προβλήματα μεταξύ τῶν δύο χωρῶν ὀφείλονται στόν τουρκικό ἀναθεωρητισμό, ὁ ὁποῖος ὑπερέχει καί ἀκυρώνει κάθε ἔννοια ἐνυπόγραφης συμφωνίας; Μετά τό 1922 εἴχαμε, παραδείγματος χάριν, τή Λωζάννη καί μετά τή Συνθήκη τῆς Λωζάννης εἴχαμε τήν καταστροφή τῆς Ἑλληνικῆς Μειονότητας στήν Κωνσταντινούπολη, τῆς ὁποίας ἡ προστασία ὑποτίθεται ὅτι προβλεπόταν ἀπό τή Συνθήκη. Ἄρα, σέ τί βαθμό μιά ἔστω καί ἔγγραφη συμφωνία μέ τήν Τουρκία θά διασφάλιζε γιά τήν Ἑλλάδα ὅτι ἡ γείτων χώρα θά τηρήσει τά συμφωνηθέντα, τήν ἑπομένη τῆς ὑπογραφῆς της;»

Στιγμιότυπο από την ερώτηση προς τον Υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας, Νίκο Δένδια, στο Νορβηγικό Ινστιτούτο Εξωτερικής Πολιτικής, στο Όσλο (16/2/2022).

Μολονότι ὁ Ὑπουργός ἀντιλήφθηκε πλήρως τήν οὐσία τοῦ ἐρωτήματος, ἀπήντησε μέ τόν τρόπο πού μποροῦσε νά ἀπαντήσει στή συγκεκριμένη περίσταση, ἀφ᾽ ἑνός τονίζοντας κατηγορηματικά ὅτι ἡ διαφορά τῆς Ἑλλάδας μέ τήν Τουρκία εἶναι μιά καί μόνον, καί ἀφορᾶ στόν προσδιορισμό ὑφαλοκρηπίδας καί ΑΟΖ, κι ἀφ᾽ ἑτέρου ἐκφράζοντας τήν αἰσιόδοξη πεποίθηση ὅτι τυχόν ἐπίλυση αὐτῆς τῆς διαφορᾶς θά παρεῖχε νέα δυναμική στίς ἑλληνοτουρκικές σχέσεις.

Κι ἐδῶ τίθεται πλέον τό ἐρώτημα στό ὁποῖο τόσο ὁ Πρωθυπουργός, ὅσο καί ὁ Σύμβουλος τῆς Ἐθνικῆς Ἀσφάλειας ἀλλά καί ὁ ἴδιος ὁ Ὑπουργός τῶν Ἐξωτερικῶν καλοῦνται νά ἀπαντήσουν, ἐνώπιον τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ:

Ἀκόμη κι ἄν, ἐμφορούμενος ἀπό τίς καλύτερες δυνατές προθέσεις ἔναντι τῆς Τουρκίας, προσβλέπει κανείς σέ μιά «συμφωνία κυρίων» –ὅπως ἀποκαλοῦν κάποιοι τήν ἀπώλεια ἐθνικῆς κυριαρχίας καί κυριαρχικῶν δικαιωμάτων– ἐπί ποιᾶς λογικῆς, ἀντικειμενικῶν δεδομένων καί ἱστορικῶν βάσεων ἐδράζεται ἡ πεποίθηση ὅτι τυχόν ὀλέθρια θυσία τῆς Ἑλλάδας θά ἀποβεῖ πρός ὄφελός της καί θά εἶναι ὑπέρ τῆς ἀσφάλειας καί τῆς εὐημερίας στήν περιοχή, ὅταν τά τελευταῖα 100 χρόνια ἡ Τουρκία: 1) ἔχει πυρπολήσει καί ἐξολοθρεύσει ἐκατομμύρια ψυχές τρισχιλιετοῦς Ἑλληνισμοῦ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί τοῦ Πόντου, 2) ἔχει ἐξαφανίσει τόν δισχιλιετῆ Ἑλληνισμό τῆς Κωνσταντινούπολης, 3) ἔχει εἰσβάλει καί κατέχει παράνομα τό 40% σχεδόν τῆς Κύπρου, 4) μεθοδεύει τήν αὐτονόμηση τῆς Θράκης μέ τόν ἐκτουρκισμό τῆς μουσουλμανικῆς μειονότητας, 5) ἐπιδιώκει συστηματικά τή συρρίκνωση τῆς Ἑλλάδας στόν 25ο Μεσημβρινό καί τόν ποταμό Νέστο, 6) ἐποφθαλμιᾶ καί ὑποσκάπτει τήν ἐθνική ἀσφάλεια τῆς Ἑλλάδας ἐργαλειοποιώντας τούς λαθρομετανάστες, καί, τέλος, 7) ἀντιμετωπίζει κατ᾽ οὐσίαν τήν Ἑλλάδα ὄχι ὡς χώρα, ἀλλά ὡς νεο–οθωμανικό χῶρο;

Εἰλικρινά ἀναρωτιόμαστε, καί ἀπευθύνουμε τό ἐρώτημα, πρωτίστως πρός τήν κυβέρνηση, καί δευτερευόντως καί ρητορικῶς πρός τούς συμμάχους ἑταίρους τῆς Ἑλλάδας διά τῶν ἐκπροσώπων Πρέσβεων: τί εἴδους παντοδύναμη συμφωνία εἶναι αὐτή πού θά μποροῦσε νά θεραπεύσει ὅλα τά ἀνωτέρω, καί πῶς μιά τέτοια συμφωνία θά περιόριζε τίς ἀναθεωρητικές νεο–οθωμανικές ὀρέξεις τῆς γείτονος;

Ἐκτός, βέβαια, κι ἄν ἐμφοροῦνται καί οἱ ἴδιοι ἀπό τήν πεποίθηση τήν ὁποία μοῦ ἐκμυστηρευόταν πρό ἐβδομάδων διπλωμάτης ἰσχυρῆς χώρας, ὁ ὁποῖος διετέλεσε καί Πρέσβης στήν Ἀθήνα: «Ἡ Τουρκία πάντοτε τήρησε τήν ὑπογραφή της»!

Δημοσιεύθηκε στήν ἐφημερίδα «Ἐστία», στό φύλλο τῆς Τρίτης 22 Μαρτίου 2022.

Πρωτοσέλιδο «Ἐστία», 22 Μαρτίου 2022
Ἐφημερίδα «Ἐστία», φύλλο Τρίτης 22 Μαρτίου 2022, σελίδα 3.

En appell til dagens vikinger

Også nordmenn burde være triste over at Hagia Sofia blir moské
Hagia Sophia, bilde: Adli Wahid

Det var fredag den 10. juli klokken 20:53 tyrkisk tid, at landets president Recep Tayip Edrogan annonserte at det som opprinnelig var kristenhetens største kirke, skulle konverteres til moské. Akkurat slik den var da Istanbul (tidligere Konstantinopel) lå under Det osmanske riket og frem til 1935. Det er i hovedsak å tolke som en symbolsk handling. Det mangler i alle fall ikke på moskeer i Istanbul fra før, som huser rundt 3500 muslimske gudshus.

Det er dermed også fristende å ty til numerologi: klokkeslettet for Erdogans uttalelse, finner gjenklang i årstallet da Konstantinopel falt i 1453. Hagia Sofia skal i følge ham tas i bruk som moské fredag 24. juli i år, på dagen 97 år etter at Lausanneavtalen ble underskrevet, som etablerte de gjeldende grenser for den tyrkiske stat – en avtale presidenten tidligere har antydet kan trenge en ny gjennomgang. Omgjøringen til moske angår ikke bare gresk-tyrkiske forhold, noe som sees i at både USA, Paven, UESCO er blant mange som har kritisert for sin beslutning.

Kritikken kommer derimot ikke bare utenfra. Et økende antall protester har også kommet fra fremtredende tyrkere. Disse erklærer gjerne at handlingen markerer et tungt symbolsk brudd med den sekulære staten grunnlagt og formet av Mustafa Kemal Ataturk. Åndsmennesker som Orhan Pamuk og Taner Akcam har omtalt det som både en skam og skandale. Svarene på kritikken fra Erdogan, var ikke spesielt beroligende. Han viste til at Mehmet II (som erobret Konstantinopel) også ble en leder for de ortodokse kristne.

Men hvilken betydning har Hagia Sofia utover som historisk levning fra den østlige delen av Romerriket vi i dag gjerne omtaler som «Bysants»? Hvorfor skal Europa for øvrig, og ikke minst Nord-Europa og Skandinavia bry seg?

Det er ikke enkelt å formidle den nesten overnaturlig storheten ved Hagia Sofia til personer som aldri har besøkt bygningen. Men nordmenn har kjent den før, helt tilbake til den tiden da bygningen var en kirke. Den gang tjenestegjorde såkalte «væringer» fra Skandinavia i livgarden til den bysantinske keiseren i Konstantinopel.

Det finnes rester etter disse væringene i selve bygningen i dag. For nesten tusen år siden har en av dem har stått på sørsiden av galleriet, ikke langt unna den praktfulle mosaikken av Deêsis, og da – muligens rammet av et øyeblikks tretthet av den lange ortodokse liturgien – inngravert på brystningen runeinnskriften av sitt navn «Halvdan» for ettertiden. Slik ga han på sin måte nok et lite innblikk i hvordan midlertidigheten og det endelige på mystisk vis omfavner den uendelige i rommet av kirken, som var omtalt som ‘acheiropoietos’ Kirken (‘ikke av menneskehånd’) den gang.

Den besøkende oppdager at Hagia Sofia er det ‘huset som inneholder det uholdbare’ (chôra tou achôrêtou). Som sådan er den Store Kirken for flott til å bli noe annet enn det den ble bygget for. Dens kraft og storhet tillater henne ikke å være noe annet enn hva det er. Og nordmenn var engang dens forsvarere.

Nå, da den igjen skal erobres av en hersker med politiske motiver, tar man seg i å håpe på at den evige væringgarden vekkes til atter å vokte den evige kirken i øst. Ikke for å bruke vold, men for å bruke minnet. For Hagia Sofia er egentlig for stor for smålig politikk.

Skrevet av Panagiotis Pavlos for Minerva, PUBLISERT Mandag 20. juli 2020: https://www.minervanett.no/hagia-sophia/en-appell-til-dagens-vikinger/362727