Tag: Byzantium
Με την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί ο κόσμος χάνει ένα σύμβολο θρησκευτικής συνύπαρξης*
Κείμενο: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΖΛΑΤΑΝΟΣ IBSEN** Μετάφραση: ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΑΥΛΟΣ***

Στις 10 Ιουλίου το Ανώτατο Δικαστήριο της Τουρκίας αποφάσισε να απορρίψει την απόφαση με την οποία το 1935 η Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη μετατράπηκε από τζαμί σε μουσείο. Αυτό προκάλεσε έντονη κριτική, άμεσα και διεθνώς. Ο υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής Μάικ Πομπέο παρότρυνε την Τουρκία να αλλάξει την απόφασή της. Στην Κυριακάτικη προσευχή, ο Πάπας Φραγκίσκος είπε ότι οι σκέψεις του «είναι στην Αγία Σοφία» και ότι «πονάει πολύ» με την εξέλιξη αυτή. Η UNESCO – την οποία η Τουρκία αγνόησε παντελώς σχετικά με την απόφαση, μολονότι το μνημείο και ο ιστορικός περίγυρός του τελούν υπό την Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά ζήτησε διαβούλευση με τις Τουρκικές Αρχές, το συντομότερο δυνατόν. Ο Τούρκος συγγραφέας Ορχάν Παμούκ δήλωσε ότι αυτή η μετατροπή αποστερεί από την Τουρκία το σημαντικότερο σύμβολο της κοσμικής τιμής της.
Είναι σαφές ότι η Αγία Σοφία θα είναι λιγότερο διαθέσιμη ως τζαμί από ότι ως μουσείο, ακόμη και αν ο Πρόεδρος Ερντογάν επιμένει ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Με το να πάψει να είναι πλέον μουσείο, η Αγία Σοφία αποστερείται του ρόλου της ως μνημείου παγκόσμιας κληρονομιάς, όπως διατυπώθηκε πρόσφατα. Σε ένα νορβηγικό podcast για τους μουσουλμάνους και το Ισλάμ, επισημάνθηκε, επίσης, ως ένα πολύ συγκεκριμένο πρόβλημα και η απώλεια σημαντικού τουριστικού εισοδήματος: σχεδόν τέσσερα εκατομμύρια τουρίστες επισκέφθηκαν πέρυσι το μνημείο της Αγίας Σοφίας, περισσότερο από κάθε άλλο αξιοθέατο στη χώρα.
Έρευνες δείχνουν ότι μια σαφής πλειοψηφία του πληθυσμού της Τουρκίας διάκειται θετικά υπέρ της αλλαγής του καθεστώτος της Αγίας Σοφίας. Μια τέτοια αλλαγή, ωστόσο, μπορεί να έχει πολύ αρνητικές συνέπειες στη φήμη της χώρας. Οι Οθωμανοί δεν συμπεριφέρθηκαν περισσότερο ή λιγότερο ηθικά από ότι άλλοι στρατοί και αυτοκρατορίες, όταν κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη το 1453. Είναι δε, αναμφίβολο το γεγονός ότι η Αγία Σοφία ήταν αρχικά Ορθόδοξος Χριστιανικός ναός και μετατράπηκε σε τζαμί ως αποτέλεσμα στρατιωτικής κατάκτησης. Αυτή είναι μια ζοφερή πραγματικότητα που ρίχνει σκοτεινή ιστορική σκιά στην εκ νέου μετατροπή της σε τζαμί σήμερα.
Η απόφαση του Κεμάλ Ατατούρκ να μετατρέψει την Αγία Σοφία από τζαμί σε μουσείο το 1935 οφειλόταν πιθανότατα σε πολλούς λόγους. Το ιστορικό αυτό κτίσμα ήταν τότε σε κακή κατάσταση και η Τουρκία θα μπορούσε έτσι να καθησυχάσει τους Έλληνες, ώστε να εξασφαλίσει ένα κοινό μέτωπο ενάντια σε μια πιθανή ιταλική προώθηση στο Αιγαίο πέλαγος. Επιπλέον, ο Ατατούρκ ενδιαφερόταν να διασφαλίσει την κοσμική δημοκρατία στην Τουρκία.
Ανεξαρτήτως κινήτρων, η απόφαση του Ατατούρκ εναρμονίστηκε με την ειρηνική συνύπαρξη και τη μετριοπάθεια. Αυτό δεν ήταν καθόλου λιγότερο απαραίτητο εκείνη τη στιγμή, όταν περισσότεροι από 100.000 Έλληνες ζούσαν ακόμη στην Κωνσταντινούπολη – μια σημαντικότατη μειονότητα που κρατήθηκε εκτός ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, σχεδόν δέκα χρόνια νωρίτερα. Αυτή η μειονότητα έχει σήμερα, δυστυχώς, σχεδόν αφανιστεί.
Η Αγία Σοφία είναι, δίχως σύγκριση, το πλέον διάσημο και υπέροχο δείγμα βυζαντινής αρχιτεκτονικής. Είναι δε γεγονός ότι, ολόκληρη η Ανατολική Ρωμαϊκή, ή Βυζαντινή, εποχή, είναι περιφρονημένη, τόσο ιστορικά όσο και στη γενική συνείδηση των ανθρώπων στην Ευρώπη. Ωστόσο, όχι μόνον το Ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας διήρκεσε πολύ περισσότερο από το αντίστοιχο δυτικό τμήμα, αλλά και περιέχει το κλειδί για την κατανόηση της μετάδοσης της αρχαίας γνώσης και των ανθρώπινων ιδανικών στην Αναγέννηση και αργότερα στη σύγχρονη εποχή.
Τέλος, το ζήτημα της Αγίας Σοφίας αφορά άμεσα και στη σχέση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Ύστερα από πολλά χρόνια βελτιούμενων σχέσεων, η κατάσταση είναι και πάλι τεταμένη. Δεν έχουν περάσει πολλοί μήνες από τότε που οι δύο χώρες κινητοποίησαν δυνάμεις στα βόρεια, στα σύνορα του Έβρου, κατά την ένταση που προκλήθηκε από την προσφυγική κρίση. Αυτή η κατάσταση πόρρω απέχει από το να θεωρηθεί οριστικά παρελθόν, καθώς δόθηκε απλώς ανάπαυλα λόγω της γενικής καραντίνας που η πανδημία του κορωνοϊού επέβαλε παγκοσμίως: είναι σχεδόν αναμφίβολο ότι θα επιδεινωθεί και πάλι.
Ήδη, η Τουρκία δείχνει να επιχειρεί δοκιμαστική γεώτρηση σε τμήματα της Μεσογείου που η Ελλάδα δηλώνει ως ελληνικά ύδατα. Το ζήτημα της εξόρυξης φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο επηρεάζει σαφώς τα συμφέροντα ορισμένων άλλων χωρών, όπως το Ισραήλ, η Κύπρος και η Αίγυπτος, και απειλεί να κλονίσει την σταθερότητα ολόκληρης της περιοχής. Για να αποφευχθούν περαιτέρω αρνητικές εξελίξεις είναι απαραίτητο οι χώρες να σεβαστούν τα ιδιαίτερα ευαίσθητα ζητήματα αλλήλων, και να αποφύγουν την πολιτικοποίηση των κοινών και διαφορετικών πτυχών της ιστορίας τους. Δεν υπάρχει τίποτε καταλληλότερο στην κατεύθυνση αυτή από το να διατηρήσουν αμετάβλητα τα μουσεία που διαθέτουν.
* Η ανάλυση αυτή του Αλέξανδρου Ζλατάνου Ibsen δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Καθημερινή, ανήμερα της πρώτης ισλαμικής προσευχής μέσα στην Αγία Σοφία, μετά τη μετατροπή της σε τζαμί, την Παρασκευή 24 Ιουλίου 2020: (https://www.kathimerini.gr/politics/1089144/apopsi-me-tin-metatropi-tis-agias-sofias-se-tzami-o-kosmos-chanei-ena-symvolo-thriskeytikis-synyparxis/)
** Ο Αλέξανδρος Ζλατάνος Ibsen είναι Πολιτικός Σύμβουλος για ζητήματα Εξωτερικής Πολιτικής στην Κοινοβουλευτική ομάδα του Συντηρητικού κόμματος (Høyre), στην Νορβηγία.
*** Mετάφραση από τα Νορβηγικά — απόδοση κειμένου: Παύλος Παναγιώτης
Εόρτιος Χαιρετισμός για την 25η Μαρτίου 1821*

Καλησπέρα, αγαπητοί Θεόδωροι,
Χρόνια πολλά στην Κύπρο,
Χρόνια πολλά στην Ελλάδα,
Χρόνια πολλά στον Ελληνισμό!
Ευχαριστώ πολύ για την τιμή να είμαι μαζί σας και θερμά συγχαρητήρια για την εκπομπή σας. Εξαιρετικοί ομιλητές, πολύ όμορφα πράγματα ακούστηκαν, και μαθαίνει κανείς διαρκώς. Νομίζω ότι τέτοιες πρωτοβουλίες είναι πάρα πολύ χρήσιμες σε εποχές κρίσιμες όπως αυτή που ζούμε τώρα.
Τί να πει κανείς για το 1821; Τί να πεί κανείς για την 25η Μαρτίου; Διπλή Εορτή, όπου η μία τρέφει την άλλη, και η μία πάντοτε έτρεφε την άλλη. Σκεπτόμουν νωρίτερα, ακούγοντας τα όσα ωραία ειπώθηκαν, ότι αν σήμερα ο Έλληνας έχει ανάγκη να συνειδητοποιήσει ένα πράγμα, αυτό είναι ο τρόπος -τον οποίον όπως ανέφερε και ο Θόδωρος, προσπαθώ να περιγράψω και στο κείμενό μου- με τον οποίον εορτάζουμε ένα τέτοιο γεγονός, όπως το 1821. Νομίζω ότι το βασικότερο στοιχείο είναι ότι κανείς πρέπει να ζει τα γεγονότα τα οποία καλείται να τιμήσει, για να μην τα υποβαθμίζει απλώς σε μια εκδήλωση φολκλόρ ή απλώς ένα πανηγύρι. Επιπλέον, μια τέτοια διαδικασία κατά την οποία κανείς μετέχει στα γεγονότα που εορτάζει, έχει το τεράστιο όφελος ότι δίνει στον εορτάζοντα, στον μετέχοντα λοιπόν, την δυνατότητα να αντιληφθεί όλην αυτήν την συνέχεια του Ελληνισμού με τρόπο που αυτόματα απωθεί κάθε απόπειρα ερμηνείας νεωτερικής ή μετανεωτερικής, η οποία επιδιώκει να μιλήσει για γέννηση ενός έθνους την δεκαετία του 1820. Ωσάν, δηλαδή, οι Έλληνες οι οποίοι επαναστάτησαν να μην είχαν κάποια εθνική ταυτότητα προηγουμένως, να μην ήτανε Βυζαντινοί, να μην ήτανε Ρωμιοί, να μην ήτανε Έλληνες της ύστερης αρχαιότητας, να μην ήταν αρχαίοι. Ωσάν, δηλαδή, όλος αυτός ο πλούτος ο οποίος έρχεται μέσα από τις χιλιετίες αυτής της ζωντανής παράδοσης να μην ήταν ενεργός και ενεργών, στα γεγονότα της Επανάστασης.
Και φυσικά, όταν κανείς ζει μ’ έναν τέτοιο τρόπο ώστε να μετέχει και να μυείται διαρκώς σ᾽ αυτήν την αλήθεια των αγωνιστών του ᾽21, όχι μόνον αυτών που είχαν το καραούλι και το όπλο, και έδιναν την ζωή τους, αλλά και όλων όσοι αγωνίστηκαν να στηρίξουν την Επανάσταση -και μολονότι εγώ διαφωνώ πάρα πολύ με πολλά πράγματα που έκανε ο Κοραής, θέλω να είμαι δίκαιος, και μπορώ να δεχθώ ότι κι αυτός ο άνθρωπος εμφορείτο από έναν καημό, ας πούμε να απελευθερωθεί η Ελλάδα, με όποιον τρόπο το εκδήλωνε αυτό, και με όποιες προδιαγραφές διέθετε ζώντας στο Παρίσι· δεν μπορώ βέβαια να τον συγκρίνω με τον Καποδίστρια, για τον οποίον έτρεφε θανάσιμο μίσος και δυστυχώς αυτή ήταν από τις χειρότερες πτυχές του Κοραή, ότι δεν κατόρθωσε ακόμη και ο θάνατος, η δολοφονία του Καποδίστρια, να τον μαλακώσει ως άνθρωπο και έφτασε μέχρι τα όρια της κακίας, με αυτά που γνωρίζουμε ότι έγραψε και ένιωθε – επομένως, νομίζω ότι αυτός ο τρόπος, του να μετέχουμε στα γεγονότα του 1821 είναι ο κατεξοχήν ενδεικτικός και ενδεικνυόμενος, αν θέλουμε σήμερα να αντλήσουμε το μέγιστο όφελος από τούτον τον εορτασμό.

Από ᾽κει και πέρα, ειπώθηκαν πάρα πολλά, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σήμερα είναι τεράστιες για όλον τον Ελληνισμό, τόσο εντός Ελλάδος όσο και εκτός. Διότι η Ελλάδα ζει κυρίως εκτός των ορίων της, και δεν το εννοώ με κάποια έννοια ιμπεριαλιστικής ή επεκτατικής διάθεσης. Το εννοώ με την καθαρά πραγματική διάσταση ότι υπάρχει ένας τεράστιος Ελληνισμός εκτός των ορίων του ελλαδικού κράτους. Η Μαριούπολη είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση, που τώρα είναι και τόσο άσχημα και τραγικά στην επικαιρότητα, αλλά και όλος ο υπόλοιπος Ελληνισμός.
Δεν θέλω να μακρηγορήσω πολύ, απλώς σκέφτομαι ότι, όπως οι προκλήσεις αυτές είναι τεράστιες – και σήμερα σαφώς πρέπει αν θέλει κανείς να έχει ειρήνη, να ετοιμάζεται για πόλεμο – υπάρχουν και κάποια πράγματα που πρέπει να δουλέψουμε οι Έλληνες, ανεξάρτητα από το τί οι εξελίξεις φέρουν και θα φέρουν.
Aυτό έχει να κάνει κυρίως με μια αδήριτη ανάγκη και επιτακτική, νομίζω σήμερα, να υπερβούμε τα κόμματα, να υπερβούμε την κομματική αντίληψη, διότι αυτή καταστρέφει τη δυνατότητα της ενότητας στην ελληνική κοινωνία, και στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, και να αναχθούμε στην κατανόηση του ότι ανήκουμε σε ένα όλον και αυτό το όλον έχουμε το χρέος να υπηρετούμε.
Ταυτόχρονα, πρέπει να μάθουμε και να συνηθίσουμε στις γεωπολιτικές αλήθειες και όχι στα πολιτικά ψεύδη. Αν δεν το κάνουμε αυτό, ήδη μόνοι μας αυτοκτονούμε, και δεν μας φταίει κανένας Τούρκος. Δεν μας φταίνε ούτε οι λαθρομετανάστες, οι οποίοι είναι μείζον πρόβλημα, που σε συνδυασμό με το τεράστιο δημογραφικό που αυτή τη στιγμή βιώνουμε, δημιουργεί εκρηκτικές συνθήκες. Ακόμη και σε μια εμπλοκή Ελλάδας – Τουρκίας δεν θέλει κανείς να σκέφτεται τί ρόλο θα έπαιζαν όλοι αυτοί οι πληθυσμοί αλλοδαπών που σε κάποιο βαθμό ελέγχονται και από την Τουρκία και από ξένα κέντρα.
Επομένως, πρέπει να υπάρξει μια τέτοια συνειδητοποίηση, και νομίζω ότι ο τρόπος για να γίνει αυτό είναι κανείς να έχει μιαν καλώς εννοούμενη εσωστρέφεια και μίαν καλώς εννοούμενη εξωστρέφεια. Εσωστρέφεια, με την έννοια ότι πρέπει να κοιτάζει μέσα του και να δει τί είναι αυτό που λέμε Ελληνισμός και Έλληνας· ποιό είναι το είναι του Ελληνισμού το οποίο έχει μια υπερτρισχιλιετή συνέχεια και ταυτότητα. Και η καλώς εννοούμενη εξωστρέφεια είναι ότι, αυτήν την συνειδητοποίηση, αυτό το βίωμα που αντλεί κανείς απ’ αυτήν την εσωστρέφεια, να μπορεί να το βγάζει σε μια πράξη με διεθνή και παγκόσμιο απόηχο και αντίκτυπο.
Να είναι, δηλαδή, κανείς ρεαλιστής και όχι ιδεαλιστής. Να μπορεί να βλέπει όπως έβλεπαν μεγάλοι Έλληνες, και σύγχρονοί μας – αναφέρθηκε προηγουμένως ο π. Γεώργιος Μεταλληνός, εμένα με ενθουσιάζει ο Κωστής Μοσκώφ, ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης, και πολλοί άλλοι άνθρωποι. Και φυσικά υπάρχουν και άλλα ζητήματα.
Ξέρετε, ήταν εδώ πριν ένα μήνα περίπου ο Υπουργός Εξωτερικών, ο Νίκος Δένδιας, ως προσκεκλημένος της νορβηγικής κυβέρνησης, όταν και έγινε και το γνωστό επεισόδιο με τον Τούρκο πρέσβη, στο πλαίσιο μιας διάλεξης που έδωσε για το Δίκαιο της Θάλασσας στην Ανατολική Μεσόγειο. Και εκεί, θα σας πω κάτι που δεν το έχω πει βέβαια σε κανέναν, το λέω, το χαρίζω σε εσάς, έδωσα ένα σημείωμα κατ᾽ ιδίαν στον Υπουργό, το οποίο το ξέρω ότι το διάβασε, όπου μεταξύ άλλων πραγμάτων του είπα ότι προσβλέπουμε και έχουμε την ελπίδα, ότι η κυβέρνηση αυτή, και εν πάσει περιπτώσει και ο ίδιος, θα φροντίσουν για κάποια πράγματα που η Ελλάδα πρέπει να κάνει.
Όπως, ότι πρέπει να επεκτείνει τα χωρικά ύδατά της στα 12 ναυτικά μίλια παντού. Πρέπει, κατ᾽ εμέ, να κάνει σύνδεση ΑΟΖ με την Κύπρο. Κι εν πάσει περιπτώσει, οποιαδήποτε συζήτηση για τα εναπομένοντα ζητήματα που αφορούν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ με την Τουρκία, θα πρέπει να γίνει εφόσον η Ελλάδα έχει πράξει αυτά που το Διεθνές Δίκαιο της παρέχει να πράξει. Δεν μπορείς να πας σε μια οποιαδήποτε διαπραγμάτευση ή συζήτηση, αν δεν έχεις κλείσει 12 μίλια παντού. Αυτό θα ήταν έγκλημα και ολέθριο σφάλμα.
Κι επίσης, να πω και τον καημό μου κλείνοντας, ότι νομίζω, είναι τιμή στο 1821 και είναι τιμή στην ταυτότητα της Ελλάδας, ο Έλληνας σήμερα να μην ξεχνάει τις εσχατιές του Ελληνισμού. Εγώ προέρχομαι από την Θράκη, ήμουν στο Καστελλόριζο το φθινόπωρο και δεν βλέπω την ώρα να μπορέσω να ξαναπάω. Θα έλεγα λοιπόν, όλοι οι Έλληνες να φροντίσουν να ταξιδέψουν στις εσχατιές, να πάνε στο Καστελλόριζο, γιατί εκεί θα τους μιλήσει ο τόπος ο ίδιος, και θα τους πεί τί πρέπει να κάνουν.
Όπως και στον ίδιον τον Πρωθυπουργό: ξέρετε, ο καλύτερος τρόπος για να καταλάβεις τί υπηρετείς και τί χώρας ηγείσαι, είναι να ταξιδεύεις όπως κάνουν οι πιλότοι μας με τα F16 και τώρα εσχάτως, και ευτυχώς, θα κάνουν και με τα Rafale, να πετάει κανείς πάνω από την Ελλάδα.
Όταν πετάς πάνω από το Αιγαίο, τότε δεν χρειάζεται ούτε πολλή φιλοσοφία, ούτε, πώς να πω, έτσι, να είσαι καλλιτέχνης της γεωπολιτικής και της διπλωματίας. Σου μιλάει ο τόπος και σου λέει τί πρέπει να κάνεις. Σου μιλάν τα βράχια, σου μιλάει το καθρέφτισμα, το χρυσάφισμα της θάλασσας που έχει υμνήσει ο Ελύτης τόσο μοναδικά. Και όλα αυτά σου δείχνουν τί πρέπει να κάνεις, είτε είσαι Πρωθυπουργός, είτε είσαι Υπουργός των Εξωτερικών, είτε είσαι η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, είτε είσαι ο τελευταίος Έλληνας πολίτης, στον οποίο στέλνω τις θερμότερες ευχές μου για την αυριανή μεγάλη ημέρα, την διπλή γιορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και την 25η Μαρτίου της Εθνικής Ανεξαρτησίας μας.
Αγαπημένος ήρωας του 1821; Δύσκολη ερώτηση. Σίγουρα, τα τρία Κ είναι σημαντικά, Κολοκοτρώνης, Καποδίστριας, Καραϊσκάκης. Αλλά δεν μπορείς να αφήσεις έξω τον Ρήγα Φεραίο, δεν μπορείς να αφήσεις έξω τον Μακρυγιάννη. Όπως και δεν μπορείς να αφήσεις έξω και όλους αυτούς τους χιλιάδες ανώνυμους Έλληνες, φτωχούς, καταφρονεμένους, που όμως είχαν ένα μεγαλείο. Δηλαδή τί; Πίστεψαν και έγιναν υπήκοοι αυτού του Αγώνα. Δηλαδή, ο Κολοκοτρώνης δεν θα᾽ταν Κολοκοτρώνης, αν δεν είχε τα παλληκάρια αυτά που ᾽διναν το αίμα τους, πεινασμένοι, αδύνατοι, αδύναμοι, επειδή τους ενέπνεε αυτή η γιγάντια μορφή του Κολοκοτρώνη μία τέτοια πίστη και μία τέτοια πεποίθηση. Και, φυσικά, η πίστη τους και η αγάπη τους στον Θεό και στην Ελλάδα τους μεταμόρφωνε σε αυτό που έγιναν.
Αυτά. Σας ευχαριστώ πολύ και εύχομαι χρόνια πολλά σε όλους! Καλό βράδυ από το Όσλο.
*Απομαγνητοφώνηση εόρτιου χαιρετισμού στον διαδικτυακό επετειακό Μαραθώνιο που διοργάνωσε η Άμυνα και Γεωστρατηγική στις 24 Μαρτίου 2022, για την διπλή Εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και της 25ης Μαρτίου, ημέρας Εθνικής Παλιγγενεσίας, του 1821, με την επιμέλεια των Θεόδωρου Νικολοβγένη και Θεόδωρου Γιαννακόπουλου.
Ο ΕΛΛΗΝΑΣ ΤΡΟΠΟΣ ΤΟΥ 1821*

Ὑπάρχουν τοὐλάχιστον τρεῖς τρόποι νὰ ἀνταποκριθεῖ κανεὶς στὸν ἑορτασμὸ μιᾶς ἱστορικῆς ἐπετείου. Ὁ πρῶτος εἶναι ὄχι μόνον νὰ ἀδιαφορήσει ἀλλὰ καὶ νὰ προσπαθήσει νὰ ὑποβαθμίσει τὸ ἑορταζόμενο γεγονὸς ἀλλοιώνοντας ἐντέχνως τὴν ἀλήθεια καὶ τὸ περιεχόμενό του. Ὁ δεύτερος εἶναι νὰ τὴν ἀντιμετωπίσει ἁπλῶς ὡς ἕνα γεγονὸς ποὺ ἀρκεῖ νὰ ἑορταστεῖ στὸ σήμερα ὡς φολκλόρ, περιοριζόμενος σὲ μιὰ ἐξωτερικὴ ἔκφραση συναισθημάτων, καὶ δὴ εὐγενῶν αἰσθη- μάτων τιμῆς, πρὸς τὸ μέγιστο ἑορταζόμενο κα- τόρθωμα. Ὑπάρχει, ὡστόσο, κι ἕνας τρίτος τρόπος, οἱ ρίζες τοῦ ὁποίου χάνονται στὰ βάθη τῆς ἱστορίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ, κι ἔχουν ὡς συμβατικὴ ἀφετηρία τους τὸν Πλάτωνα: εἶναι ὁ τρόπος τῆς μεθέξεως. Δηλαδή, τῆς μετοχῆς στὰ γεγονότα ποὺ συνέβησαν πρὶν μόλις δυὸ ἑκατονταετίες, κατὰ τρόπο ποὺ καταργεῖ τοὺς χωροχρονικοὺς περιορισμοὺς καὶ ἀποδίδει στὸ ἑορταζόμενο γεγονὸς ὄχι μόνον τὰ προσήκοντα, ἀλλὰ καὶ τὸ ζωντανὸ ἀποτύπωμά του στὸ διηνεκές. Ἀλλὰ ἂς δοῦμε τὰ πράγματα σὲ μιὰ σειρά.
Συμπληρώνονται φέτος 200 χρόνια ἀπὸ τὴν ἔναρξη τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821, τῆς πρώτης ἐπιτυχημένης ὕστερα ἀπὸ 123 ἀποτυχημένες προσπάθειες στὸ διάβα πέντε αἰώνων κατὰ τοῦ Τούρκου δυνάστη καὶ κατακτητῆ, ἕνα γεγονὸς κοσμοϊστορικῆς σημασίας, ὅπως συμφωνεῖ ἡ συντριπτικὴ πλειοψηφία νουνεχῶν ἐρευνητῶν καὶ νοημόνων ἀνθρώπων. Παράλληλα, στὴν Ἑλλάδα συμπληρώνεται ἕνα ἔτος ἐπίσημης προετοιμασίας ἑορτασμῶν, μὲ εὐθύνη τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους μέσῳ τῆς Ἐπιτροπῆς Ἑλλάδα 2021. Ὁ ἀναγνώστης εἶναι ἤδη ἐνήμερος γιὰ τὰ πεπραγμένα αὐτῆς τῆς Ἐπιτροπῆς καὶ τὰ ἀτοπήματά της, τὰ ὁποῖα δὲν εἶναι τοῦ παρόντος. Οὔτε σκοπὸς εἶναι νὰ δείξουμε τὰ θεμελιώδη ἐπιστημονικὰ καὶ ἐπιστημολογικὰ σφάλματα στὰ ὁποῖα ὑποπίπτει ἡ αὐθαίρετη, ἰδιοτελὴς καὶ ἐργαλειοποιημένη ἑρμηνεία τοῦ Ἀγῶνα τῶν Ἑλλήνων γιὰ Λευτεριά, καθὼς τὴν ὑποβαθμίζει σὲ ἕνα φιλελεύθερο κίνημα ποὺ οὐδεμία σχέση ἔχει μὲ τὰ προφανῆ κίνητρα τοῦ ξεσηκωμοῦ τοῦ ὑπόδουλου σκλαβωμένου Γένους. Αὐτὸ ποὺ ἐπιθυμοῦμε, εἶναι νὰ τονίσουμε ὁρισμένες ἀλήθειες περὶ τῆς Ἐπανάστασης στὴν κατεύθυνση τοῦ τρίτου τρόπου ἑορτασμοῦ τοῦ Ξεσηκωμοῦ τῶν Ἑλλήνων καὶ ἀπόδοσης τιμῆς στὸ 1821 ποὺ ἐπισημάνθηκαν ἀνωτέρω, ὡς ἑορταστικὸ γεγονὸς μεθέξεως. Ἀφ’ ἑτέρου νὰ ἀναφερθοῦμε σὲ ὁρισμένες παραμέτρους, ποὺ ἴσως ἀναδεικνύουν τὴν σημερινὴ ἀξία τοῦ 1821 καὶ ἐνδεχομένως ἐξηγοῦν, γιατὶ ἐπιχειρεῖται τόσο συστηματικὰ καὶ λυσσαλέα ἀπὸ ὁρισμένους ἰδεολογικοὺς καὶ πολιτικοὺς κύκλους ἡ ἀλλοίωσή του.
Στὴν ἀρχὴ τοῦ Πλατωνικοῦ διαλόγου Τίμαι- ος ὑπάρχει ἕνα χωρίο, στὸ ὁποῖο ὁ Πλάτων διηγεῖται, ὅπως τοῦ τὰ μετέφεραν Αἰγύπτιοι σοφοὶ κατὰ τὸ ταξίδι του στὴν Αἴγυπτο, τὰ κατορθώματα τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν ἔναντι ἑνὸς μεγάλου καὶ ἰσχυροῦ ἐχθροῦ ἐκ δυσμῶν, ποὺ ἐπιχείρησε νὰ καταδυναστεύσει ὅλες τὶς εὐρωπαϊκὲς πόλεις. Καὶ περιγράφει πῶς ἡ Ἀθήνα «ἔπαυσέν ποτε δύναμιν ὕβρει πορευομένην ἅμα ἐπὶ πᾶσαν Εὐρώπην καὶ Ἀσίαν» (Πλάτωνος Τίμαιος, 24e): «Τότε ἀκριβῶς, Σόλων, ἀποκαλύφθηκε σὲ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ δύναμη τῆς πόλης σας, γιατί στάθηκε πρώτη στὸ φρόνημα καὶ στὴν τέχνη τοῦ πολέμου. Ἐπικεφαλῆς τῶν Ἑλλήνων, καὶ στὴν συνέχεια ἀναγκασμένη νὰ πολεμήσει μόνη ὅταν οἱ ἄλλοι τὴν ἐγκατέλειψαν, ἔφθασε στὸν ἔσχατο κίνδυνο, ἀλλὰ τελικὰ ἀπέκρουσε τοὺς εἰσβολεῖς καὶ θριάμβευσε. Δὲν ἄφησε ἔτσι νὰ γνωρίσουν τὴ σκλαβιὰ αὐτοὶ ποὺ δὲν εἶχαν ὑποδουλωθεῖ ποτὲ καὶ ἀπελευθέρωσε μὲ μεγαλοψυχία ὅλους ἐμᾶς τοὺς ἄλλους ποὺ κατοικούσαμε μέσα ἀπὸ τὶς Ἡράκλειες Στῆλες» (Ό.π., 25bc, μετάφραση Βασίλη Κάλφα: Πλάτωνος Τίμαιος, Πόλις, Ἀθήνα 2005, σελ. 193).

Μολονότι μυθική, ἡ περιγραφὴ αὐτὴ τοῦ Πλάτωνος γιὰ τὴν Ἀτλαντίδα περιέχει στοιχεῖα ποὺ διέπουν τὴν ἑλληνικὴ ταυτότητα καὶ τὴν διαχρονικὴ παγκόσμια λειτουργία τοῦ Ἑλληνισμοῦ ὡς ἀμύντορος τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς δημοκρατίας. Ὑπ ̓ αὐτὴν τὴν ἔννοια, ἤδη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Πλάτωνος, διαπιστώνουμε μίαν αὐτοσυνειδησία τοῦ ἔθνους τῶν Ἑλλήνων ἔναντι τῆς ἱστορίας, τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ πολιτισμοῦ του. Αὐτὴ ἡ αὐτοσυνειδησία ἐκφράζεται καὶ ἐπαληθεύεται πολλαπλῶς στὸ διάβα τῶν αἰώνων, μὲ κορυφαῖα παραδείγματα τὴν ἀντίσταση τοῦ Ἑλληνισμοῦ κατὰ τοὺς Περσικοὺς Πολέμους, τὴν Αὐτοκρατορία τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου καὶ τὴν μετεξέλιξή της στὴν ὑπερχιλιόχρονη ζωὴ τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, αὐτὸ ποὺ σχεδὸν πα- ραπλανητικὰ καλεῖται σήμερα Βυζάντιο, καθὼς καί την πλέον πρόσφατη Ἀντίσταση τοῦ Ἑλληνισμοῦ στὴν Ναζιστικὴ θηριωδία. Στὴν ἑλληνικὴ παράδοση, ὡστόσο, ἡ ἔννοια τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς ἐξ αὐτῆς πηγάζουσας δημοκρατίας δὲν εἶναι ἀφῃρημένη, οὔτε προέρχεται ἀπὸ μιὰ ἀνάγκη ἐνδοκοσμικῆς διευθέτησης τοῦ ἀτόμου, προκειμένου νὰ διασφαλίσει μέσῳ τῆς χρήσης ἀτομικῶν καὶ κοινωνικῶν δικαιωμάτων συνθῆκες διαβίωσης τέτοιες ποὺ ἡ μετανεωτερικότητα ἔχει κωδικοποιήσει μὲ τὸν ὅρο «ποιότητα ζωῆς».
Μὲ τὸν Ἑλληνισμὸ συμβαίνει κάτι ἄλλο. Τόσο στὴν πρὸ Χριστοῦ, ὅσο καὶ στὴν Χριστοποιημένη ἐκδοχή του, ὁ Ἕλληνας τρόπος καὶ λόγος ἐμμένει στιβαρὸς στὴν διαγωγή τοῦ εἶναι, ὅπως κανεὶς ἄλλος λαὸς ἢ ἄνθρωπος ἐπὶ γῆς δὲν ἔχει κατορθώσει. Ὁ Ἕλληνας τρόπος κινεῖται στὰ ὅρια τῆς ἀναμέτρησης τοῦ ὄντος μὲ τὸ ἴδιο τὸ εἶναι, στὸ μεταίχμιο τῆς πάλης τῆς φθορᾶς μὲ τὴν ἀφθαρσία· τοῦ πεπερασμένου μὲ τὸ ἄπειρο· τῆς χρονικότητας μὲ τὸ ἄχρονο· τῆς ἐνθαδικότητας μὲ τὸ ἐπέκεινα· τοῦ ψεύδους, τῆς πλάνης καὶ τῆς αἵρεσης μὲ τὴν ἀλήθεια· τῆς ἰδιοτέλειας μὲ τὴν ἀνιδιοτέλεια· τοῦ μέρους μὲ τὸ ὅλον· τῆς ἄγνοιας μὲ τὴν γνώση· τῆς κακίας μὲ τὸ Ἀγαθό· τοῦ κτιστοῦ μὲ τὸ ἄκτιστο· τοῦ Θανάτου μὲ τὴν Ζωή. Εἶναι αὐτὸ τὸ τελευταῖο ζεῦγος ποὺ ὁ Ἕλληνας θεωρεῖ καὶ βιώνει μοναδικὰ καὶ ξεχωριστὰ ἀπὸ κάθε ἄλλον λαό, μολονότι εἶναι ἴδιον σύνολης τῆς ἀνθρωπότητας ἡ μὲ κάθε μέσο προσπάθεια νὰ ξορκίσει τὸν πρῶτο καὶ νὰ προσδεθεῖ ὅσο γίνεται στὴν δεύτερη. Διότι γνωρίζει ὁ Ἕλληνας ὅτι ὁ πραγματικὸς καὶ πλέον ἐπικίνδυνος θάνατος δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ ἐπέρχεται μὲ τὸ βιολογικὸ τέλος τοῦ σώματος καὶ τὸν χωρισμό του ἀπὸ τὴν ψυχή, ἀλλὰ αὐτὸς ποὺ νεκρώνει ἐκεῖνα τὰ αἰσθητήρια τοῦ ἀνθρώπου ποὺ τοῦ θυμίζουν ὅτι ἔχει δημιουργηθεῖ γιὰ πράγματα πολὺ μεγάλα, ὡραῖα, ἀληθινά, γιά νά θυμηθῶ τόν Κωστῆ Παλαμᾶ. Πράγματα ποὺ ὑπερέχουν κάθε ἔννοιας φυλῆς, γένους, ράτσας· πράγματα ποὺ ἀνήκουν σὲ ἕνα Πολίτευμα τὸ ὁποῖο δὲν ὑπηρετεῖται ἀπὸ κόμματα, φατριασμούς, διχασμούς, ἰδεολογίες, ἰδεοληψίες, ἰδιοτέλειες καὶ κάθε λογῆς βολέματα. Γνωρίζει ὁ Ἕλληνας, ὅτι ἡ θεϊκή νομή του του εἶναι νὰ μεταμορφώσει τὸν κόσμο καὶ νὰ τὸν ἀνακαινίσει, ὄχι μὲ τὴν δική του δύναμη, ἀλλὰ μὲ τὴν δύναμη ποὺ ἐκείνη ἡ θεϊκὴ μοῖρα του ὅρισε, νὰ γίνει κληρονόμος καὶ δοχεῖο τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ.
Αὐτὴ εἶναι ἡ τολμηρὴ ἀλήθεια, ποὺ διαμορφώνει τόσο τὶς ἐκρηκτικὲς προϋποθέσεις ἑορτασμοῦ τῶν 200χρονων τοῦ 1821 ὅσο καὶ τὸ ἴδιο τὸ γεγονός. Ἕνα γεγονὸς τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα φέρει ἐντός του τὴν πλέον ἀκατάβλητη τεκμηρίωση τοῦ πόσο ἄρρηκτα συνυφασμένος εἶναι ὁ Ἀγῶνας τῆς Ἀνεξαρτησίας τῶν Ἑλλήνων μὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν Πίστη τὴν Ἁγία: Ἐπ-Ἀνάσταση.
Ὡς Ἐπ-Ἀνάσταση, ὁ Ἀγῶνας τῆς Ἀνεξαρτησίας δὲν εἶναι μόνον ἑλληνικὰ ἐθνικὴ ὑπόθεση. Ἀλλὰ εἶναι ἔργο κατάφασης στὴν Ζωὴ ποὺ νικᾶ τὸν Θάνατο. Ὡς τέτοιο ἀφορᾶ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα. Ὄχι τόσο διότι δείχνει τὸν δρόμο τῆς Λευτεριᾶς σὲ κάθε σκλαβωμένο ἄνθρωπο ἐπὶ γῆς. Ἀλλά, πρωτίστως καὶ κυρίως, διότι θέτει ἐκ νέου ἐνώπιον τῆς ἀνθρωπότητας τὸ μεῖζον διακύβευμα τῆς Ἐλευθερίας, ἑρμηνεύοντας ἐπὶ ἀληθοῦς βάσεως σὲ τί συνίσταται ἡ σκλαβιά. Στὸ πρόσωπο τοῦ Τούρκου κατακτητῆ ὁ Ἕλληνας ἀγωνιστὴς ἀναγνωρίζει τὴν φυλακὴ τῆς ἀνθρωπότητας στὰ δεσμὰ τῆς κλειστότητας καὶ τῆς αὐτοθέωσης ποὺ ὁ θάνατος τοῦ Θεοῦ ἐπιφέρει. Ἡ ἐξέγερση δὲν εἶναι ἁπλῶς ζητούμενο ἀποκατάστασης μιᾶς ἐνθαδικῆς ἐλευθερίας καὶ ἐπίτευξης αὐτοδιάθεσης, μολονότι καὶ τὰ δύο εἶναι ἱερὰ καὶ ἅγια. Ἀλλὰ εἶναι ἡ ὕψιστη πράξη ἀντίστασης στὸν θάνατο ποὺ προκαλεῖται ἀπὸ τὴν κατάφαση καὶ συνθηκολόγηση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν ἰδιοτελῆ χρήση τοῦ κόσμου, μὲ μοναδικὸ σκοπὸ τὴν ἐπιβολὴ ἐπ ̓αὐτοῦ καὶ ἐπιδιώκει τὴν νέκρωση τῆς μὴ ἀντικειμενοποιήσιμης θεϊκότητάς του.
Ὡς τέτοια, ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση εἶναι τὸ ὕψιστο μάθημα ἔγερσης τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἄρσης τῆς ὕβρεως κατὰ τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ κόσμου. Ὡς τέτοιος, ὁ Ἀγῶνας γιὰ τὴν Λευτεριὰ εἶναι ἡ ἐκρηκτικὴ κραυγὴ ἄρνησης τοῦ θανάτου τοῦ κόσμου. Μπροστὰ σὲ μιὰ τέτοια θεϊκὴ ἀποστολή, ἡ θυσία καὶ ὁ ἑκούσιος θάνατος προβάλλουν ὄχι μόνον δίχως δεύτερη σκέψη, ἀλλὰ ὡς ἡ κατεξοχὴν Ἔξοδος ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ Θανάτου ποὺ ὑβρίζει τὴν Ζωὴ τῆς Ἀθανασίας. Μόνον ἕνα τέτοιου συντριπτικοῦ μεγέθους διακύβευμα εἶναι ἱκανὸ νὰ γεννήσει τὸ πρόταγμα «Ἐλευθερία ἢ Θάνατος». Μόνον ἡ βιωμένη ἐμπειρία τῆς αἰωνιότητας μέσα στὸ κτιστὸ εἶναι ἱκανὴ νὰ ἐξηγήσει τὴν τρέλλα τῶν κατοίκων τοῦ Μεσολογγίου, ποὺ δείχνουν πῶς ὁ Πολιορκημένος μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ μένει Ἐλεύθερος. Μόνον μιὰ τέτοια βαθιὰ πίστη στὸ ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει δημιουργηθεῖ γιὰ νὰ γίνει κατὰ Χάριν Θεὸς καὶ νὰ ἑλκύσει ὅλη τὴν κτίση καὶ τὸν κόσμο στὸν Δημιουργό του εἶναι ἱκανὴ νὰ ἑρμηνεύσει σωστὰ καὶ νὰ δικαιώσει τὴν πεποίθηση ὅτι «μιᾶς ὥρας ἐλεύθερη ζωὴ εἶναι καλύτερη ἀπὸ σαράντα χρόνους σκλαβιά καὶ φυλακή». Διότι αὐτὸς ποὺ ζεῖ μέσα στὴν αἰωνιότητα εἶναι σὲ θέση νὰ ὑπηρετεῖ τὸ ἄπειρο ἀκόμη καὶ σὲ μιὰ στιγμή. Γι ̓ αὐτόν, ἡ μιὰ ὥρα ἐλεύθερης ζωῆς εἶναι ἀσύγκριτη μπρὸς σὲ μιὰ αἰωνιότητα σκλαβιᾶς, μιὰ αἰωνιότητα, δηλαδή, ἡ ὁποία δὲν ἔχει συνείδηση τοῦ ἑαυτοῦ της.
Ἄν δὲν ἐπρόκειτο περὶ αὐτοῦ, κανένας Λόρ- δος Βύρωνας δὲν θὰ εἶχε συγκινηθεῖ, δὲν θὰ εἶχε μεθύσει ἀπὸ τὸ ἀθάνατο κρασὶ τοῦ ̓21, ὥστε νὰ μπορέσει νὰ γίνει Ἕλληνας καὶ αὐτός, νὰ μαρτυρήσει δηλαδὴ μὲ τὸ αἷμα του τούτη τὴν Ἀλήθεια. Ἐὰν ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση δὲν πρόκειται περὶ κατάφασης στὸ ὕψιστο Γεγονός, τῆς νίκης τῆς Ζωῆς κατὰ τοῦ Θανάτου, τότε, μοιραῖα καὶ μα- θηματικά, αὐτὸ ποὺ ἀπομένει εἶναι ἡ ἀποψίλωσή της καὶ ἡ θεώρησή της μὲ ὅρους κλειστούς, ἐνθα- δικούς, διευθέτησης μερικῶν δεκαετιῶν ἐπίγειου βίου καὶ ἱκανοποίησης ἰδεοληψιῶν ποὺ γεννιῶνται ἀπὸ τὴν ἰδιοτελῆ συσχέτιση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν κόσμο.
Τὰ ἀνωτέρω δείχνουν, νομίζω, γιατί ὁ Ἑορτασμὸς τοῦ 1821 εἶναι πρωτίστως γεγονὸς μεθέξεως καὶ μάλιστα διττῆς. Ἡ πρώτη ὁρίζεται ἀπὸ τὴν ὑπέρβαση τῆς ἱστορικότητας, ἀκριβῶς διότι ὁ Ἀγῶνας τῆς Ἀνεξαρτησίας δὲν εἶναι ἁπλῶς ἱστορικὸ γεγονός. Τιμᾶ κανεὶς τὸ ̓21 ὅταν ζεῖ στὴν ὀντολογικὴ βαθμίδα τῶν δημιουργῶν του. Ὅταν μετέχει δηλαδὴ αὐτῆς τῆς Ἀλήθειας στὴν ὁποίαν μετεῖχαν καὶ οἱ Ἀγωνιστὲς τοῦ 1821. Αὐτὴ ἡ μετοχὴ προϋποθέτει ἕναν ἐσωτερικὸ ἀνακαινισμὸ τοῦ ἀνθρώπου, μιὰ ἀσκητικὴ καὶ ὁσιακὴ βιωτὴ ὅμοια μὲ αὐτὴ τοῦ ἁγίου Ἰωάννη Καποδίστρια, τοῦ πρώτου Κυβερνήτη τοῦ νεοσύστατου ἑλληνικοῦ κράτους. Τότε μόνον μπορεῖ ὁ σύγχρονος Ἕλληνας νὰ ἀναχθεῖ ὀντολογικὰ στὸ ἐπίπεδο ἐκεῖνο ποὺ τοῦ ἐπιτρέπει νὰ διακρίνει τὸ σημαινόμενο πίσω ἀπὸ τὸν τύπο τοῦ ἱστορικοῦ γεγονότος καὶ νὰ οὐσιώσει ἐντός του τὸ ἦθος καὶ τὸν τρόπο τῶν προπατόρων του, ποὺ ἕξι γενιὲς νωρίτερα ἔπεσε ἐπάνω τους, κατά τήν ἔκφραση τοῦ Κολοκοτρώ- νη, «ὡς μία βροχή ἡ ἐπιθυμία τῆς Ἐλευθερίας».
Ὅσο παράδοξη κι ἂν ἀκούγεται αὐτὴ ἡ πραγ- ματικότητα, δὲν εἶναι ξένη στὸν σύγχρονο Ἑλληνισμό, ἀλλὰ πολὺ παλαιὰ καὶ ταυτόχρονα ἀπολύτως νέα. Διότι μιμεῖται τὸ Μυστήριο τῶν Μυστηρίων ποὺ τελεῖται ἀπαραλλάκτως ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία σήμερα καὶ πάντοτε, γιὰ τὸ ὁποῖο ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας γράφει: «οὐ γὰρ τύπος θυσίας οὐδὲ αἴματος εἰκών, ἀλλὰ ἀλη- θῶς σφαγὴ καὶ θυσία» (Ἁγ. Νικόλαος Καβάσιλας, Ἑρμηνεία τῆς Θείας Λειτουργίας, λβ ́, Patrologia Graeca 150, 440-441). Ἔτσι, ἡ μετοχή μας στὸ γεγονὸς τοῦ 1821 μπορεῖ νὰ μεταμορφώσει μιὰ ἐκδήλωση σεβασμοῦ καὶ τιμῆς σὲ «μίμηση πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας» (Ἀριστοτέλης, Περὶ Ποιητικῆς, 6, 1449b24-25), μὲ προεκτάσεις εὐεργετικὲς στὸ διὰ ταῦτα τοῦ σύγχρονου Ἑλληνισμοῦ, ποὺ συνιστᾶ καὶ τὴν δεύτερη πτυχὴ τῆς μεθέξεως, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴν ἀνάληψη τῆς σκυτάλης στὸ σήμερα καὶ τὴν διεκπεραίωση αὐτοῦ ποὺ χαρακτηρίζεται ὡς «ἀνολοκλήρωτη ἐπανάσταση».
Διότι, ὅπως καὶ σήμερα ὁ κόσμος ἐξακολουθεῖ νὰ βρίσκεται ἀντιμέτωπος μὲ τὴν φθορὰ τοῦ θανάτου, μιὰ ἀπὸ τὶς μορφὲς τῆς ὁποίας εἶναι καὶ τὸ πολίτευμα τῆς τυραννίας -καὶ δὴ στὴν παγκοσμιοποιημένη ἐκδοχή του-, ἔτσι καὶ ὁ Ἑλληνισμὸς βρίσκεται ἀντιμέτωπος μὲ τὰ ἴδια ζητήματα ποὺ γέννησαν τὸ 1821, κατὰ τρόπο ποὺ δικαιώνει τὴν Θουκυδίδεια σπειροειδῆ ἀντίληψη τῆς ἱστορίας. Καὶ τοῦτο συμβαίνει διότι ἔτσι διευκολύνονται παγκόσμια σχέδια διάλυσης τῶν διακριτῶν ταυτοτήτων τῶν λαῶν, καὶ ἐξυπηρετοῦνται ἰδιοτελεῖς σκοποὶ ἀνθρώπων ἐντὸς τοῦ σώματος τῆς ἐν Ἑλλάδι νεοελληνικῆς κοινωνίας σήμερα.
Τὸ τελευταῖο ἐξηγεῖ πρόδηλα καὶ τὸν λόγο γιὰ τὸν ὁποῖο τὸ φετινὸ μεῖζον Ἰωβηλαῖο τοῦ Ἀγῶνα τοῦ 1821 γιὰ τὴν Λευτεριὰ ἐπιχειρεῖται νὰ ὑποβαθμιστεῖ μὲ τρόπο ἀνιστορικὸ καὶ ἀνιστόρητο καὶ νὰ μεταλλαχθεῖ σὲ ἀμιγὲς κίνημα φιλελευθερισμοῦ, μέ διττὴ στόχευση, μεταφυσικὴ καὶ γεωπολιτική. Ἀφ’ ἑνός, νὰ ἀποπροσανατολίσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὰ καίρια, διασφαλίζοντας τὸ χαμερπές του στὸ διηνεκές. Ἀφ’ ἑτέρου, νὰ θέσει τὶς προϋποθέσεις μόνιμου καὶ τελεσίδικου ἀφα- νισμοῦ τοῦ Ἕλληνα τρόπου, μετατρέποντας τὸ τμῆμα τοῦ Ἑλληνισμοῦ ποὺ ἀπελευθερώθηκε μὲ τὴν Ἐπανάσταση σὲ χῶρο συνάθροισης ἀλλοτρίων καὶ ἀλλοθρήσκων ἐποίκων. Στὴν προοπτικὴ αὐτή, ἡ ἄρτια σχεδιασμένη κρατικὴ ἐπιχείρηση προπαγάνδας κατὰ τοῦ ἀληθοῦς διακυβεύματος τοῦ 1821 συνεταιρίζεται μὲ ἀγαστὴ συνέργεια τὴν ἀποποίηση θεμελιωδῶν ἀρχῶν ἐθνικῆς κυριαρχίας, σὲ μιὰ ἀπέλπιδα προσπάθεια νὰ διαγραφεῖ ἀπὸ τὸ πνευματικὸ γενετικὸ τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἡ συνείδηση τόσο τῆς ἱστορικῆς συνέχειάς του ὅσο καὶ τῆς ὑπεριστορικῆς ἀποστολῆς του νὰ λειτουργεῖ ὡς μεσάζων μεταξὺ Θεοῦ καί ἀνθρώπων.
Τὸ πρῶτο ἐπιδιώκεται σήμερα σὲ τεχνικὸ ἐπίπεδο μὲ τὴν ἐπιστράτευση πλήθους ἐθνομηδενιστῶν, ποὺ δὲν εἶναι παρὰ ἀνιστόρητοι κι ἀκαλλιέργητοι ἰδεολάγνοι, ἰδεολογικοὶ ἀπόγονοι μιᾶς μειοψηφίας ἰδεοληπτῶν ποὺ ἔβαζαν ἐπικίνδυνα προσκόμματα στοὺς Ἀγωνιστὲς πρὶν 200 χρόνια, οἱ ὁποῖοι προπαγανδίζουν συστηματικὰ τὴν ὑποβάθμιση τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821 σὲ ἰδεολογικοπολιτικὸ φιλελεύθερο κίνημα, σὲ μιὰ ἐξωφρενικὴ ἄγνοια τῶν ἱστορικῶν δεδομένων καὶ διακυβευμάτων. Τὸ δεύτερο συντελεῖται διττά. Ἀφ’ ἑνὸς μὲ τὴν συντεταγμένη καὶ ἁδρὰ χρηματοδοτούμενη στρατηγικὴ δημογραφικῆς ἐξάλειψης τῶν Ἑλλήνων καὶ ἀντικατάστασης -οἱ πολιτικὰ ὀρθοὶ ὅροι αὐτῆς τῆς διαδικασίας εἶναι κοινωνικὸ μπόλιασμα καὶ ἐμπλουτισμός- τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας ἀπὸ ὀρδὲς μουσουλμάνων ἀλλοφύλων, ποὺ ἐργαλειοποιοῦνται μὲ αὐτὸν τὸν σκοπό. Ἀφ’ ἑτέρου, μὲ τὴν συστηματικὴ τὶς τελευταῖες δεκαετίες ἀποποίηση τῶν ἐθνικῶν δικαίων, ὅπως στὴν περίπτωση τῆς Μακεδονίας, καὶ τὴν συνακόλουθη πολιτικὴ κατευνασμοῦ ἔναντι τῆς Τουρκίας, παράλληλα μὲ τὴν ἰσλαμοποίηση τοῦ ἀνατολικοῦ τόξου τοῦ σήμερα ἐλεύθερου Ἑλληνισμοῦ, ἀπὸ τὴν Θράκη μέχρι τὴν Κύπρο.
Ὑπ ̓ αὐτὴν τὴν ἔννοια, οἱ Ἕλληνες σήμερα καλοῦνται νὰ ἀναβαπτιστοῦν στὰ νάματα τῆς παράδοσης, ἡ ὁποία δὲν εἶναι κάτι ἄλλο παρὰ ἡ πλέον προοδευτικὴ στάση ζωῆς, πού, καθὼς ἀρθρώνεται στὴν οὐσιώδη, ὀντολογικὴ καὶ ὄχι ἐν εἴδει φολκλὸρ μίμηση τῆς σπουδαίας καὶ τελείας πράξεως ποὺ ἄρχισε νὰ συντελεῖται τὸ 1821, ἐκτείνεται στὸ μέλλον, ἐπιδαψιλεύοντας στὸ παρὸν τὶς προϋποθέσεις τῆς ἐλπίδας ἀνόρθωσης τοῦ Ἕλληνα, τοῦ ἀνθρώπου κάθε φυλῆς καί ὅπου γῆς, καὶ τοῦ κόσμου ὁλόκληρου. Μιᾶς ἐλπίδας ποὺ δὲν συνιστᾶ φενάκη, ἀλλὰ προϋπόθεση Ἐξόδου καὶ Ἀναστάσεως ἀπὸ τὴν σκλαβιὰ καὶ τὴν φθορά, ὅπως προσμαρτυρεῖ τὸ συναμφότερον τοῦ Ἑορτασμοῦ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου καὶ τῆς 25ης Μαρτίου 1821.
* Κείμενο δημοσιευμένο στο επετειακό συλλεκτικό τεύχος της Νέας Κοινωνιολογίας ‘Η Επανάσταση που Άλλαξε τον Παγκόσμιο Χάρτη’, αφιέρωμα στα 200 χρόνια από το 1821, που κυκλοφορεί από τις 7 Δεκεμβρίου 2021 στα βιβλιοπωλεία (Εκδόσεις Καπόν).
Έφυγες ανήμερα του Ιερομάρτυρα Πατριάρχη, αγαπημένε μας Νίκο…

Κωνσταντινούπολη, Σεπτέμβριος 2019. Στο περιθώριο του Διεθνούς Συνεδρίου του Οικουμενικού Πατριαρχείου για τον π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ.
Ήταν εκείνη η φορά, που με πήρες από το χέρι για να με πας στον Πατριάρχη μας Βαρθολομαίο, να πάρουμε την ευχή του και να του δωρίσουμε το βιβλίο που του προορίζαμε.
Περάσαμε ολόκληρη την επόμενη ημέρα μαζί στο Φανάρι, στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου, μπρος στην Κλειστή Πύλη του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Αγίου Γρηγορίου του Ε´, στον αύλειο χώρο του Πατριαρχείου, συζητώντας επί ώρες.
Και θυμάμαι που με φρόντισες καθώς με κάλεσες και γευματίσαμε στην Τεταρτιάτικη νηστίσιμη Τράπεζα του Πατριαρχείου, προτού με παραδώσεις στους εκλεκτούς σου φίλους, τον Κωνσταντίνο Δεληκωνσταντή, και τον συνδαιτημόνα σου πλέον Ευστράτιο Ζεγκίνη, ώστε να συνεχίσουν εκείνοι να μου παρέχουν την Αβραμιαία Πολίτικη φιλοξενία σου.
Με τίμησες πολυμερώς και πολυτρόπως τότε, Νίκο μου, όπως και κάθε φορά που συναντιόμασταν, διότι έτσι ήσουν, κι έτσι έκανες πάντοτε, αδιακρίτως και ανεξαιρέτως, με όλους τους ανθρώπους που γνώριζες και σε γνώριζαν.
Ξανασυναντηθήκαμε για πολλοστή και τελευταία φορά τον Μάρτιο του 2020. Στο Πατριαρχείο.
Κατέβηκες στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου για να μας δεις, να μας ακούσεις, προσηνής όπως πάντοτε, και να μας ξεναγήσεις.
Να μας μιλήσεις για το σπίτι σου. Για τους καημούς της Ρωμηοσύνης, τα δίκαια, τους αγώνες και τα βάσανα του Πατριαρχείου.
Για την Ιερά Μονή της Παμμακαρίστου και όλους τους σταθμούς του Πατριαρχείου στην Βασιλεύουσα Πόλη. Να μας δείξεις τον κίονα της Φραγκελώσεως του Χριστού, στην νοτιοανατολική γωνία του Πατριαρχικού Ναού.
Να μας διηγηθείς για την Αγία Ευφημία, που, όπως και ο Άγιος Παΐσιος, υπεραγαπούσες, και να μας περιγράψεις πώς η αίρεση του μονοφυσιτισμού πατάχθηκε, κυριολεκτικά από την Αγία, και πώς το σκήνωμά της διατράνωσε την Ορθοδοξία της Τετάρτης Οικουμενικής Συνόδου της Χαλκηδόνος το 451, περί της μίας Υποστάσεως του Χριστού εν δυοίν φύσεσιν, ῾῾ἀτρέπτως, ἀσυγχύτως, ἀναλλοιώτως, ἀδιαιρέτως᾽᾽.
Να μας ιστορήσεις την πρόσφατη επιστροφή του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου στην Κωνσταντινούπολη και τον οικείο του Θρόνο, και να μας δείξεις τα Οστά του που φυλάσσονται στο βόρειο κλίτος του Πατριαρχικού Ναού. Και πόσα άλλα που είναι αδύνατον να διεξέλθω εδώ, ῾῾ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος᾽᾽. Μιλούν όμως τα έργα σου.
Πώς να πιστέψουμε το άκουσμα της αποδημίας σου εις Κύριον;
Πώς να δεχθούμε ότι έφυγες από κοντά μας;
Πώς να αναλογιστούμε τον πόνο του Οικουμενικού Πατριάρχη ιδίως, αλλά και όλων των ανθρώπων που σε γνώρισαν και σε αγάπησαν;
Ήσουν ο φωτογράφος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Πατριάρχη μας. Μα ήσουν συνάμα ποιητής, συγγραφέας, δημοσιογράφος, λόγιος, στυλοβάτης ακατάβλητος του Πατριαρχείου και πρόξενος σιωπηλός πλήθους ευεργετημάτων σε πολλούς ανθρώπους.
Ήσουν άνθρωπος σοφίας που δεν επιχειρηματολογούσε υπέρ εαυτού αλλά υπέρ της αληθείας με τρόπο ευθυτενή και ακατάβλητο.
Στο πρόσωπό σου συναντούσε κανείς τον Ρωμηό που πονάει για την Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό. Τον Ρωμηό που οι Τούρκοι, απλοί πολίτες και διανοούμενοι, σέβονται κι αναγνωρίζουν.
Προ δεκαετιών σε γνωρίσαμε, ή μάλλον γίναμε γνωστοί από σένα, τον αεικίνητο συνοδοιπόρο και συνταξιδευτή του Πατριάρχη και της Ρωμηοσύνης στα πέρατα της Οικουμένης.
Ήσουν πάντοτε παρών, για να συνηγορείς με τον φακό σου στην αιωνιότητα υπέρ όλων εκείνων των στιγμών παρουσίας του σημερινού διαδόχου του μαθητή του Χριστού Αποστόλου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου στον κόσμο, και να μαρτυρείς τεκμήριον Αληθείας υπέρ της Ορθοδοξίας, υπέρ της Ρωμηοσύνης.
Μα οι φωτογραφίες σου δεν είναι απλώς εικόνες στατικές! Αλλά είναι μαρτυρίες ζώσες της αλήθειας που φανερώνεται εν σιωπή πίσω από τα χωροχρονικά γεγονότα και συμβάντα.
Και φέρουν ως αποτύπωμα κάτι ίδιον του δημιουργού τους: την αεικινησία. Ο φακός σου ήταν μικροσκόπιο χειρουργικής ακρίβειας και αριστείας που εστίαζε στα μικρά της ενθαδικότητας για να υπηρετήσει τα μεγάλα Εκείνου του Επέκεινα που παράγει τα πάντα στο είναι.
Εκείνου που προνοεί, παράγει, συντηρεί και σώζει όλα τα όντα και όλα εκείνα για τα οποία η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης, το Οικουμενικό Πατριαρχείο μας, ζει θανατούμενη, ανιστώμενη και ευχόμενη διαρκώς, κατά τους τελευταίους σχεδόν έξι αιώνες τώρα.
Εσύ δεν υπηρετούσες απλώς την Εκκλησία και το Οικουμενικό Πατριαρχείο· αλλά ζούσες εντός των και μετείχες της ζωής των. Βίωνες το είναι των. Μαρτυρούσες την αλήθεια, τους σταυρούς, τα βάσανα, και την Ελπίδα των. Και δεν χρειαζόταν πολλά κανείς για να το διαπιστώσει αυτό.
Δεν μιλούσες για τον εαυτό σου. Λιγοστοί ήταν αυτοί που γνώριζαν καν την ηλικία σου. Μιλούσες κι εργαζόσουν μόνον για τους άλλους και υπέρ των άλλων, υπέρ της Αληθείας, υπέρ της Εκκλησίας, υπέρ των Αγίων της, υπέρ του Πατριάρχη, υπέρ του Πατριαρχείου, υπέρ της Ορθοδοξίας, υπέρ της Ρωμηοσύνης. Γι᾽ αυτό και όλοι σε υπεραγαπούσαν. Αρκούσε μια στιγμή μαζί σου στο Φανάρι, για να διαπιστώσει κανείς πώς μέχρι και ο τελευταίος κηπουρός, η τελευταία μαγείρισσα, του Πατριαρχείου ήταν δέκτης της πηγαίας σου αγάπης και ευγένειας προς τους ανθρώπους.
Ήσουν γλυκύς, πράος, ευθύς, απλούς, ανεπιτήδευτος, αεικίνητος, ευαίσθητος, γλυκομίλητος, κι όλα αυτά άοκνα, φυσικά και αθόρυβα. Το πρόσωπό σου εξέπεμπε μονίμως την λαμπρότητα της αγαθότητας, της καλοσύνης, της ευγένειας.
Την ανδρεία τελειότητα της χαρμολύπης. Και ήσουν πάντοτε διαθέσιμος στον πάσα ένα, ανά πάσα στιγμή. Άρχοντας αληθινός.
Όπως μου είχες πει την τελευταία φορά που συναντηθήκαμε στην Κωνσταντινούπολη και στο Πατριαρχείο, τον Μάρτιο του 2020: ῾῾εμείς, αγαπητέ, εργαζόμαστε συνέχεια· δεν σταματάμε ποτέ᾽᾽.
Όπως οι φωτογραφίες σου, έτσι κι εσύ, ήσουν ήδη στην περιοχή της ῾῾ἀεικινήτου στάσεως᾽᾽, την οποία θεολογεί ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής. Ναι, Νίκο μου, ήσουν Χριστοειδής, κι ας μην το βλέπαμε τότε, καθώς ῾῾Ὁ πατήρ μου ἕως ἄρτι ἐργάζεται κἀγὼ ἐργάζομαι᾽᾽.
Και, ω του παραδόξου θαύματος!
Έφυγες σήμερα, Σάββατο 10 Απριλίου του 2021. Διακόσια ακριβώς χρόνια από εκείνην την Κυριακή του Πάσχα όταν ο Πατριάρχης μας Άγιος Γρηγόριος Ε´ πέταξε για τον Ουρανό από την κεκλεισμένη και τεθλιμμένη Πύλη του Πατριαρχείου.
Εκεί, όπου κάθε χρόνο τέτοια μέρα, στεκόσουν δίπλα στον Οικουμενικό Πατριάρχη μας Βαρθολομαίο, για να απαθανατίσεις με τον φακό σου το άναμα του κεριού του και την προσευχητική σιωπή του μπρος στην Κλειστή Πύλη του Αγίου Γρηγορίου του Ε´.
Γι᾽ αυτό και ο Χριστός σε αγάπησε πολύ, και σου δώρισε το Πέρασμα στην Θριαμβεύουσα Εκκλησία την ίδια ημέρα εκείνης της Λαμπρής του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε´.
Ώστε μαζί με εκείνον να ανάβει το κερί του ο Πατριάρχης μας και να προσεύχεται και για εσένα. Για να σε μνημονεύουμε μαζί με τον Άγιο Γρηγόριο τον Ε´ σύσσωμη η Στρατευομένη Εκκλησία.
Καλό Ταξίδι και Καλό Παράδεισο, αγαπημένε Νίκο Μαγγίνα!
Καλή Ανάσταση, αδελφέ μου!
Χριστός Ανέστη, σπουδαίε κοσμοπολίτη Πολίτη Ρωμηέ μας!
Κατευόδιο για τον Νικόλαο Μαγγίνα, Φωτογράφο του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Πατριάρχη, που δημοσιεύθηκε στην romfea.gr, το Σάββατο 10 Απριλίου 2021, λίγες ώρες αφότου «έφυγε» ο Νίκος. Ανήμερα της 200ης μνήμης του Ιερομάρτυρος Αγίου Γρηγορίου του Ε´ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.
Αιωνία η Μνήμη αυτών!
Το 1821 ως Γεγονός Μετοχής

Συμπληρώνονται 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, της πρώτης επιτυχημένης, ύστερα από πολυάριθμες αποτυχημένες προσπάθειες στο διάβα πέντε αιώνων κατά του Οθωμανού κατακτητή και δυνάστη. Ένα γεγονός κοσμοϊστορικής σημασίας, κατά γενική ομολογία, που όχι μόνον συνιστά την νεκρανάσταση του Ελληνισμού από τα θανατηφόρα δεσμά που του επιβλήθηκαν με την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, αλλά και που διατρανώνει την αδιάκοπη συνέχειά του από τα βάθη της αρχαιότητας μέχρι σήμερα. Κι αν υπάρχουν ποικίλοι τρόποι εορτασμού ενός τέτοιου σταθμού στην ιστορία της ανθρωπότητας, ένας είναι αυτός που κατ᾽ εξοχήν αρμόζει στην σημερινή ημέρα: ο τρόπος της μεθέξεως. Της μετοχής, δηλαδή, στα συμβάντα προ μόλις δύο εκατονταετιών κατά τρόπο που καταργεί τους χωροχρονικούς περιορισμούς και αποδίδει στο εξυμνούμενο γεγονός όχι μόνον τα προσήκοντα αλλά και το ζωντανό αποτύπωμά του στο διηνεκές.
Στην αρχή του Πλατωνικού διαλόγου Τίμαιος υπάρχει ένα χωρίο, στο οποίο ο Πλάτωνας διηγείται, όπως του τα μετέφεραν Αιγύπτιοι σοφοί κατά το ταξίδι του στην Αίγυπτο, τα κατορθώματα της πόλεως των Αθηνών, έναντι ενός μεγάλου και ισχυρού εχθρού εκ δυσμών που επιχείρησε να καταδυναστεύσει όλες τις ευρωπαϊκές πόλεις. Και περιγράφει πώς η Αθήνα ῾῾ἔπαυσέν ποτε δύναμιν ὕβρει πορευομένην ἅμα ἐπὶ πᾶσαν Εὐρώπην καὶ Ἀσίαν᾽᾽. Μολονότι μυθική, η περιγραφή αυτή του Πλάτωνα -εκ στόματος Κριτία- για την Ατλαντίδα περιέχει στοιχεία διήκοντα της ελληνικής ταυτότητας και της διαχρονικής παγκόσμιας λειτουργίας του Ελληνισμού ως αμύντορος της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Υπ᾽ αυτήν την έννοια, ήδη από την εποχή του Πλάτωνα, διαπιστώνουμε μιαν αυτοσυνειδησία του έθνους των Ελλήνων έναντι της ιστορίας, του ανθρώπου και του πολιτισμού του.
Αυτή η αυτοσυνειδησία εκφράζεται και επαληθεύεται πολλαχώς στο διάβα των αιώνων, από την αντίσταση του Ελληνισμού κατά τους Περσικούς Πολέμους -που μαρτυρείται στο μνημείο του Λεωνίδα στις Θερμοπύλες με το συγκλονιστικό ῾῾ὦ ξεῖν᾽, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι᾽᾽-, την Αυτοκρατορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και την μετεξέλιξή της στην υπερχιλιόχρονη ζωή της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας -που σχεδόν παραπλανητικά καλείται Βυζάντιο- και μέχρι την πλέον πρόσφατη Αντίσταση του Ελληνισμού στην Ναζιστική θηριωδία, αντίσταση που συνιστά τρανή επαλήθευση στον 20ο αιώνα του προφητικού χαρακτήρα της μυθικής διήγησης του Πλάτωνα. Κορυφαίο, ωστόσο, δείγμα αυτής της πλήρους σεμνότητας αυτοσυνειδησίας συνιστούν οι ίδιοι οι λόγοι αναδρομής στην Επανάσταση του 1821, που εκφώνησε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στην Πνύκα, τον Νοέμβριο του 1838: ῾῾…Εἰς τὸν τόπο τοῦτο, ὁποῦ ἐγὼ πατῶ σήμερα, ἐπατοῦσαν καὶ ἐδημηγορούσαν τὸν παλαιὸ καιρὸ ἄνδρες σοφοί, καὶ ἄνδρες μὲ τοὺς ὁποίους δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ συγκριθῶ καὶ οὔτε νὰ φθάσω τὰ ἴχνη των…Ἐγὼ δὲν εἶμαι ἀρκετός. Σᾶς λέγω μόνον πὼς ἦταν σοφοί, καὶ ἀπὸ ἐδῶ ἐπῆραν καὶ ἐδανείσθησαν τὰ ἄλλα ἔθνη τὴν σοφίαν των᾽᾽.
Στην ελληνική παράδοση, η έννοια της ελευθερίας και της εξ αυτής πηγάζουσας δημοκρατίας δεν είναι αφηρημένη, ούτε προέρχεται από μια ανάγκη ενδοκοσμικής διευθέτησης του ατόμου, προκειμένου να διασφαλίσει μέσω της χρήσης ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων συνθήκες διαβίωσης τέτοιες που η μετανεωτερικότητα αναγνωρίζει ως ῾ποιότητα ζωής᾽.
Με τον Ελληνισμό συμβαίνει κάτι άλλο. Τόσο στην προ Χριστού, όσο και στην Χριστοποιημένη εκδοχή του, ο Έλληνας Λόγος και Τρόπος εμμένει στιβαρός στην διαγωγή του είναι όπως κανείς άλλος λαός ή άνθρωπος επί γης δεν έχει κατορθώσει: κινείται στα όρια της αναμέτρησης του όντος με το ίδιο το είναι, στο μεταίχμιο της πάλης της φθοράς με την αφθαρσία· του πεπερασμένου με το άπειρο· της χρονικότητας με το άχρονο· της ενθαδικότητας με το επέκεινα· του ψεύδους, της πλάνης και της αίρεσης με την αλήθεια· της δουλείας με την ελευθερία· του αυταρχισμού με την δημοκρατία· της ιδιοτέλειας με την ανιδιοτέλεια· της κακίας με το Αγαθό· του κτιστού με το άκτιστο· του Θανάτου με την Ζωή.
Είναι αυτό το τελευταίο ζεύγος που ο Έλληνας θεωρεί και βιώνει μοναδικά και ξεχωριστά από κάθε άλλον λαό, μολονότι είναι ίδιον σύνολης της ανθρωπότητας η με κάθε μέσο προσπάθεια να ξορκίσει τον πρώτο και να προσδεθεί όσο γίνεται στην δεύτερη. Διότι γνωρίζει ο Έλληνας ότι ο πραγματικός και πλέον επικίνδυνος θάνατος δεν είναι αυτός που επέρχεται με το βιολογικό τέλος του σώματος και τον χωρισμό του από την ψυχή, αλλά αυτός που νεκρώνει εκείνα τα αισθητήρια του ανθρώπου που του θυμίζουν ότι έχει δημιουργηθεί για πράγματα πολύ μεγάλα, που υπερέχουν κάθε έννοιας φυλής, γένους, ράτσας. Πράγματα που ανήκουν σε ένα Πολίτευμα που δεν υπηρετείται από κόμματα, φατριασμούς, διχασμούς, ιδεολογίες, ιδεοληψίες και ιδιοτέλειες. Γνωρίζει ο Έλληνας, ότι η μοίρα του είναι να μεταμορφώσει τον κόσμο και να τον ανακαινίσει, όχι με την δική του δύναμη αλλά με την δύναμη που εκείνη η θεϊκή νομή του όρισε, να γίνει κληρονόμος και δοχείο του Θεανθρώπου Χριστού. Αυτή η τολμηρή αλήθεια διαμορφώνει τόσο τις εκρηκτικές προϋποθέσεις εορτασμού των 200 ετών από το 1821 όσο και το ίδιο το γεγονός. Ένα γεγονός του οποίου το όνομα φέρει εντός του την πλέον ακατάβλητη τεκμηρίωση της άρρηκτης εξάρτησης του Αγώνα της Ανεξαρτησίας των Ελλήνων από του Χριστού την Πίστη την Αγία: Επ-Ανάσταση.
Ως Επ-Ανάσταση, ο Αγώνας της Ανεξαρτησίας δεν είναι μόνον ελληνικά εθνική υπόθεση. Αλλά είναι οικουμενικό έργο κατάφασης στη Ζωή που νικά τον Θάνατο. Ως τέτοιο αφορά ολόκληρη την ανθρωπότητα. Όχι τόσο διότι δείχνει τον δρόμο της λευτεριάς σε κάθε σκλαβωμένο άνθρωπο επί γης. Αλλά, πρωτίστως και κυρίως, διότι θέτει εκ νέου ενώπιον της ανθρωπότητας το μείζον διακύβευμα της Ελευθερίας, ερμηνεύοντας επί αληθούς βάσεως σε τί συνίσταται η σκλαβιά. Στο πρόσωπο του Τούρκου δυνάστη κατακτητή ο Έλληνας αγωνιστής αναγνωρίζει την φυλακή της ανθρωπότητας στα δεσμά της τυραννικής κλειστότητας και της αφηρημένης αυτοθέωσης που ο θάνατος ενός απρόσωπου θεού συνεπάγεται. Και άρα η εξέγερση δεν είναι ζητούμενο αποκατάστασης μιας ενθαδικής ελευθερίας και επίτευξης αυτοδιάθεσης, μολονότι και τα δύο είναι αγαθά και ιερά. Αλλά είναι η ύψιστη πράξη αντίστασης στον θάνατο που προκαλείται από την κατάφαση του ανθρώπου στην ιδιοτελή χρήση του κόσμου η οποία στοχεύει στην επιβολή επ᾽ αυτού και επιδιώκει την νέκρωση της μη αντικειμενοποιήσιμης θεϊκότητάς του.
Ως τέτοια η Ελληνική Επανάσταση είναι ύψιστο μάθημα έγερσης του ανθρώπου και άρσης της ύβρεως κατά του Ζώντος Θεού και του κόσμου. Ως τέτοιος, ο Αγώνας για την Λευτεριά είναι εκρηκτική κραυγή άρνησης του θανάτου του κόσμου. Μπροστά σε τοιαύτη θεϊκή αποστολή η θυσία και ο εκούσιος θάνατος προβάλλουν όχι μόνον δίχως δεύτερη σκέψη, αλλά ως η κατεξοχήν Έξοδος από τα δεσμά του Θανάτου που υβρίζει την Ζωή της Αθανασίας. Μόνον ένα τέτοιου συντριπτικού μεγέθους διακύβευμα είναι ικανό να γεννήσει το πρόταγμα ῾Ελευθερία ή Θάνατος᾽.
Μόνον η βιωμένη εμπειρία της αιωνιότητας μέσα στο κτιστό είναι ικανή να εξηγήσει την ῾῾τρέλα᾽᾽ των κατοίκων του Μεσολογγίου που δείχνουν πώς ο Πολιορκημένος μπορεί, και πρέπει, να μένει Ελεύθερος. Μόνον μια βαθιά πίστη στο ότι ο άνθρωπος έχει δημιουργηθεί για να γίνει κατά Χάριν Θεός και να ελκύσει όλη την κτίση και τον κόσμο στον Δημιουργό του, είναι ικανή να ερμηνεύσει σωστά και να δικαιώσει την πεποίθηση ότι ῾῾καλλιῶναι μιᾶς ὥρας ἐλεύθερη ζωὴ, παρὰ σαράντα χρόνοι σκλαβιά, και φυλακή᾽᾽. Διότι αυτός που ζει μέσα στην αιωνιότητα είναι σε θέση να υπηρετεί το άπειρο ακόμη και σε μια στιγμή. Γι᾽ αυτόν, η μια ώρα ελεύθερης ζωής είναι ασύγκριτη μπρος σε μια αιωνιότητα σκλαβιάς, μια αιωνιότητα, δηλαδή, η οποία δεν έχει συνείδηση του εαυτού της.
Αν δεν επρόκειτο περί αυτού, κανείς Λόρδος Βύρων δεν θα είχε μεθύσει από το αθάνατο κρασί του ᾽21, ώστε να γίνει Έλληνας και αυτός, να μαρτυρήσει δηλαδή με το αίμα του τούτη την Αλήθεια. Εάν η Ελληνική Επανάσταση δεν πρόκειται περί κατάφασης στο ύψιστο Γεγονός, της νίκης της Ζωής, του Χριστού, κατά του Θανάτου, τότε αυτό που μοιραία απομένει είναι η αποψίλωσή της και η θεώρησή της με όρους κλειστούς, ενθαδικούς, διευθέτησης μερικών δεκαετιών επίγειου βίου προσήλωσης σε ιδεοληψίες που γεννιώνται από την ιδιοτελή συσχέτιση του ανθρώπου με τον κόσμο.
Τα ανωτέρω δείχνουν, νομίζω, γιατί ο Εορτασμός του 1821 είναι πρωτίστως γεγονός μεθέξεως που ορίζεται από την υπέρβαση της ιστορικότητας, ακριβώς διότι ο Αγώνας της Ανεξαρτησίας δεν είναι απλώς ιστορικό γεγονός. Τιμά κανείς το 1821 όταν ζει στην οντολογική βαθμίδα των δημιουργών του. Όταν μετέχει δηλαδή της Αλήθειας στην οποίαν μετείχαν και οι Αγωνιστές του 1821 καθώς διατράνωναν: ῾῾για του Χριστού την Πίστη την Αγία και της Πατρίδος την Ελευθερία᾽᾽. Αυτή η μετοχή προϋποθέτει έναν εσωτερικό ανακαινισμό του ανθρώπου, μια οσιακή βιωτή όμοια με αυτή του Ιωάννη Καποδίστρια, του πρώτου Κυβερνήτη του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Τότε μόνον μπορεί ο σύγχρονος Έλληνας να αναχθεί οντολογικά στο επίπεδο εκείνο που του επιτρέπει να διακρίνει το σημαινόμενο πίσω από τον τύπο του ιστορικού γεγονότος και να ουσιώσει εντός του το ήθος και τον τρόπο των προπατόρων του που έξι γενιές νωρίτερα έπεσε επάνω τους ῾῾ὡς μία βροχή ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐλευθερίας᾽᾽.
Όσο παράδοξη κι αν ακούγεται αυτή η πραγματικότητα, δεν είναι ξένη στον σύγχρονο Ελληνισμό, αλλά πολύ παλαιά και ταυτόχρονα απολύτως νέα, καθώς μιμείται το Μυστήριο των Μυστηρίων, την Θεία Ευχαριστία, που τελείται απαραλλάκτως από την Εκκλησία σήμερα και πάντοτε, για το οποίο ο Άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας γράφει: ῾οὐ γὰρ τύπος θυσίας οὐδὲ αἴματος εἰκών, ἀλλὰ ἀληθῶς σφαγὴ καὶ θυσία᾽. Έτσι, η μετοχή μας στο γεγονός του 1821 μπορεί να μεταμορφώσει μια εκδήλωση σεβασμού και τιμής σε ῾μίμηση πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας᾽, με προεκτάσεις ευεργετικές στο δια ταύτα του σύγχρονου Ελληνισμού που αφορά στην ανάληψη της σκυτάλης στο σήμερα και την διεκπεραίωση της ῾ανολοκλήρωτης επανάστασης᾽. Διότι, όπως ο κόσμος εξακολουθεί να βρίσκεται αντιμέτωπος με την φθορά του θανάτου, έτσι και ο Ελληνισμός βρίσκεται αντιμέτωπος με τα ίδια ζητήματα ζωής και θανάτου που γέννησαν το 1821, κατά τρόπο που δικαιώνει την Θουκυδίδεια σπειροειδή αντίληψη της ιστορίας.
Υπ᾽ αυτήν την έννοια, οι Έλληνες καλούνται πλέον να αναβαπτιστούν στα νάματα της παράδοσης που δεν είναι άλλο από την πλέον προοδευτική στάση ζωής· η οποία, καθώς αρθρώνεται στην ουσιώδη, οντολογική και όχι εν είδει φολκλόρ, μίμηση της σπουδαίας και τελείας πράξεως που άρχισε να συντελείται το 1821, εκτείνεται στο μέλλον επιδαψιλεύοντας στο παρόν τις προϋποθέσεις της ελπίδας ανόρθωσης όχι μόνον του Έλληνα αλλά και του ανθρώπου κάθε φυλής και όπου γης, του κόσμου ολόκληρου. Μιας ελπίδας που δεν συνιστά φενάκη, αλλά προϋπόθεση Εξόδου και Αναστάσεως από την σκλαβιά και την φθορά, όπως προσμαρτυρεί το συναμφότερον του Εορτασμού του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και της 25ης Μαρτίου 1821.
Δημοσιεύθηκε στην Romfea.gr στις 24/3/2021
The Miraculous Last Outpost of the Roman Empire
A pilgrim tour from Norway to Mount Athos
Text by Øystein Silouan Lid, Pictures by Torbjørn Fink

In this post I reproduce a beautiful article originally published in Norwegian, in the newspaper Dagen, from Bergen. It is about a tribute to Mount Athos, titled: ‘Mirakla i Romarrikets siste utpost‘ (‘The Miraculous Last Outpost of the Roman Empire’), written by the journalist Øystein Silouan Lid, who happened to travel to the Holy Mountain, in May 2016. The English translation was prepared by the author on the occasion of its publication on the portal pemptousia.com, in August 2016. I am grateful to Øystein Silouan Lid for his permission to reproduce it here. The pictures in this post are property of Torbjørn Fink, one of the members of the pilgrims group, to whom I am grateful as well.

This summer [2016 -ed.] ten Norwegians were granted an audience at The Holy Mountain, the last remaining part of the Roman Empire. The monks who live here tell stories of miracles and wonders as a normal part of everyday life. Mount Athos has been called the one place on planet earth that has changed least over the centuries. The Orthodox monks who dwell here, live as they did during medieval times, praying and working. They come to dedicate their lives completely to God, and the last thing they want is for the hard-to-reach peninsula to become a tourist attraction. Nevertheless, the monastic republic in northern Greece has a remarkable pull on people from all over the world.
When the famous CBS news magazine 60 minutes in 2009 asked permission to come do a story on The Holy Mountain, the request was categorically denied. It took two years of negotiating before one of the monasteries finally said yes. It was therefore not without trepidation that the Norwegian journalist set foot in Karyes, the administrative centre of Mount Athos, before setting off on foot towards the ancient monastery of Iviron.

The forest on each side of the footpath has a jungle-like appearance. Wild edible peas, dill and oregano grow in several places. Suddenly we notice the wonderful fragrance of incense – the smell is easily recognized from the Orthodox liturgy. Yet here we are, in the middle of the forest, and no one is swinging the censer.

Small signs and wonders such as these happen all the time here on Athos, says Panagiotis Pavlos. He is a scholar of philosophy at the University of Oslo, and presently our local guide. We are not far from the house of saint Paisios (1924-1994), regarded as one of the holiest men of the monastic peninsula. While he was alive people came by the thousands to visit him – on this very path. They were healed from all kinds of diseases, delivered from demons, and received spiritual counsel. It was said that his mere presence could change the hearts of the pilgrims who came to see him, and draw them towards Christ. Panagiotis was himself one of the many people who came to visit the saint’s kellion (monastic cell) in the forest, and is a friend of the monk who lives here today – father Arsenios.
– Christos anesti (Christ is risen)! Panagiotis cries out, and before long a man with a flowing beard is seen in the doorway.
Father Arsenios greets his old friend warmly and the Norwegians politely, before telling a few of the numerous stories of signs and wonders which took place right here in his cabin. A phenomenon father Arsenios tells us about, is the ability of saint Paisios to know what the guests would ask him, before even opening their mouths.

– Once, a lawyer came to Mount Athos. He didn’t believe the stories about Paisios, and decided to put him to the test. He planned to present himself as a doctor, instead of a lawyer. When he arrived at the gate he found himself in a group of 50 people who all had come to see the saint. Elder Paisios opened his door, looked the lawyer straight in the eye, and said: “Go away, and take your lies with you to the court room”. The man never doubted again, says father Arsenios.
The kind of Christianity preserved on Athos has a rather unique history. After the capitol of the Roman Empire fell to the occupying Muslim army in 1453, Mount Athos became the last remaining outpost of Imperium Romanum. Already in the year 972 it had been established as a self-governing monastic state within the empire by the emperor John the First, Tzimiskes.

Today the «Autonomous Monastic State of the Holy Mountain» is the only republic where the banner of the Eastern Roman Empire – the characteristic double eagle – still can be seen waiving in the wind on top of official flag poles.
Mount Athos is today considered to be the spiritual centre of the Orthodox Church. Over 2.000 monks reside in the 20 operative monasteries, having dedicated their lives to prayer for the entire world.
–The monks find the reason behind their monastic calling in the words by Jesus Christ (Matthew 19) regarding a life of celibacy for the sake of the kingdom of God, about selling all belongings, giving to the poor, and following Christ, says father Johannes, the priest in St. Nicholas Orthodox Church in Norway, as well as the spiritual guide of the group.

During the stay we live in three-bed, four-bed and eight-bed rooms in different monasteries, and take part in the daily lives of the monks. The services often start at 3 o’clock in the morning, and there are only two daily meals. They are all vegetarian and last for a grand total of ten minutes.

The pilgrims thus have more time for conversation and getting to know one another. All of them have a Lutheran background. Two of them, Lars Karlsøen and Bjørn Skauen, have even been priests in The Lutheran state church of Norway. Several of them have sought refuge in the Orthodox Church from what they see as heresy, modernism and worldly influence in Protestantism.
– I experienced that the Norwegian state church no longer had room for me. When I am here on Athos and see the spiritual riches of the Orthodox tradition, I can’t help thinking that Martin Luther made a great mistake in doing away with monasticism. The monasteries are guarantors of right doctrine, and the monks are models for the laymen when it comes to worship and obedience, says Karlsøen.

– The first time I visited an Orthodox church the liturgy was in a language I did not understand. Even so, I experienced it and tears started flowing, says Thorleif Grønnestad. He converted over 10 years ago, and is today in charge of typica services in his home town Sandnes.
Still, they do not paint a rosy red picture of the situation in The Orthodox Church. In some places the organization is poor, in others there are issues of nationalism. One of the pilgrims, Dag Markeng, has a striking comment.

– When I became Orthodox in 1983, my sponsor said something that I have found to be true. It won’t be easy being Orthodox – but it will be worth it.
One of the richest and most beautiful monasteries we visit, is called Vatopedi, established in the 5th century. Golden coins, gilded chalices and spectacular church art is everywhere. But it is also the home of a great treasure not made from gold, but from camel hair – preserved from the earliest times of Christianity.
– This is the belt of the Virgin Mary, says the monk Evstathios.

According to written sources the belt was preserved in Jerusalem until the year 400. After being in Constantinople for some years, it was given to the monastery of Vatopedi as a gift.
– This belt didn’t only perform miracles at one point in history, but to this very day. Every 14th day or so we receive messages from all over the world from people who have been healed or helped after having been in contact with the belt, says father Evstathios.
The Orthodox claim that in the same way as God performed miracles through even the clothes of the apostle Peter (Acts 19, 12), the same thing happens through the belt of the Theotokos. Father Evstathios point to a series of strange stories related to the belt. Especially childless couples are helped, but many different diseases have also been cured.

– An oncologist from Switzerland came to see us and was given a few bottles of oil. He himself did not believe the stories, but he wanted to conduct some experiments after having heard about the phenomenon. He gave it to all the patients who were close to the terminal phase. Some did not survive, but two of his patients were fully healed. He came back to us in the monastery and told us about it. We don’t know why some are healed and others are not, but we use the oil in faith, and see what God wants to do, says father Evstathios.
Each of the Norwegian pilgrims are given a bottle, and father Johannes are given several – for use in the Orthodox Church in Norway.

Towards the end of the stay the Norwegians hear a rumour about a Scandinavian monk at one of the monasteries they were visiting – Karakallou. After having met mostly Greek monks on Athos it makes an impression to meet a monk with glittering blue eyes and a long read beard. Father Prothromos is from Finland, and speaks some Swedish. As it turns out that also he has a Lutheran background.
– How did you become orthodox, father?
– I went into an Orthodox Church one, and was so struck by the liturgy that tears started flowing. I realized immediately that I had to belong here, the monk says, echoing the story many of the Norwegian converts carry with them.
Soon after his conversion 20 years ago, father Prodromos travelled to the Holy Mountain. Now he is head of the guest house in the monastery, and has had to learn several languages.
The Katholikon of the Holy Monastery of Karakallou
– How is life here in the monastery?
– It is very good. Since the monastery of Karakallou is not as large as the others (number 11 on the internal ranking among the 20 monasteries), it is not as busy as some of the rest. So I have plenty of time to focus on prayer, says father Prodromos, reminding us about what really matters in life.
En appell til dagens vikinger
Også nordmenn burde være triste over at Hagia Sofia blir moské

Det var fredag den 10. juli klokken 20:53 tyrkisk tid, at landets president Recep Tayip Edrogan annonserte at det som opprinnelig var kristenhetens største kirke, skulle konverteres til moské. Akkurat slik den var da Istanbul (tidligere Konstantinopel) lå under Det osmanske riket og frem til 1935. Det er i hovedsak å tolke som en symbolsk handling. Det mangler i alle fall ikke på moskeer i Istanbul fra før, som huser rundt 3500 muslimske gudshus.
Det er dermed også fristende å ty til numerologi: klokkeslettet for Erdogans uttalelse, finner gjenklang i årstallet da Konstantinopel falt i 1453. Hagia Sofia skal i følge ham tas i bruk som moské fredag 24. juli i år, på dagen 97 år etter at Lausanneavtalen ble underskrevet, som etablerte de gjeldende grenser for den tyrkiske stat – en avtale presidenten tidligere har antydet kan trenge en ny gjennomgang. Omgjøringen til moske angår ikke bare gresk-tyrkiske forhold, noe som sees i at både USA, Paven, UESCO er blant mange som har kritisert for sin beslutning.
Kritikken kommer derimot ikke bare utenfra. Et økende antall protester har også kommet fra fremtredende tyrkere. Disse erklærer gjerne at handlingen markerer et tungt symbolsk brudd med den sekulære staten grunnlagt og formet av Mustafa Kemal Ataturk. Åndsmennesker som Orhan Pamuk og Taner Akcam har omtalt det som både en skam og skandale. Svarene på kritikken fra Erdogan, var ikke spesielt beroligende. Han viste til at Mehmet II (som erobret Konstantinopel) også ble en leder for de ortodokse kristne.
Men hvilken betydning har Hagia Sofia utover som historisk levning fra den østlige delen av Romerriket vi i dag gjerne omtaler som «Bysants»? Hvorfor skal Europa for øvrig, og ikke minst Nord-Europa og Skandinavia bry seg?
Det er ikke enkelt å formidle den nesten overnaturlig storheten ved Hagia Sofia til personer som aldri har besøkt bygningen. Men nordmenn har kjent den før, helt tilbake til den tiden da bygningen var en kirke. Den gang tjenestegjorde såkalte «væringer» fra Skandinavia i livgarden til den bysantinske keiseren i Konstantinopel.
Det finnes rester etter disse væringene i selve bygningen i dag. For nesten tusen år siden har en av dem har stått på sørsiden av galleriet, ikke langt unna den praktfulle mosaikken av Deêsis, og da – muligens rammet av et øyeblikks tretthet av den lange ortodokse liturgien – inngravert på brystningen runeinnskriften av sitt navn «Halvdan» for ettertiden. Slik ga han på sin måte nok et lite innblikk i hvordan midlertidigheten og det endelige på mystisk vis omfavner den uendelige i rommet av kirken, som var omtalt som ‘acheiropoietos’ Kirken (‘ikke av menneskehånd’) den gang.
Den besøkende oppdager at Hagia Sofia er det ‘huset som inneholder det uholdbare’ (chôra tou achôrêtou). Som sådan er den Store Kirken for flott til å bli noe annet enn det den ble bygget for. Dens kraft og storhet tillater henne ikke å være noe annet enn hva det er. Og nordmenn var engang dens forsvarere.
Nå, da den igjen skal erobres av en hersker med politiske motiver, tar man seg i å håpe på at den evige væringgarden vekkes til atter å vokte den evige kirken i øst. Ikke for å bruke vold, men for å bruke minnet. For Hagia Sofia er egentlig for stor for smålig politikk.
Skrevet av Panagiotis Pavlos for Minerva, PUBLISERT Mandag 20. juli 2020: https://www.minervanett.no/hagia-sophia/en-appell-til-dagens-vikinger/362727
On Good and Evil (part II)

What is Good (ἀγαθόν) and what is Evil, or Bad (κακόν)? How can we discern them? The question touches upon both metaphysics, or ontology, and ethics. I have been looking for a while into a couple important texts in Neoplatonism and Early Christian thought on the issue: a) Proclus’s – the great Athenian Neoplatonic philosopher of the 5th century – treatise De Malorum Subsistentia (English translation with commentary: On the Existence of Evils, edited by Jan Opsomer and Carlos Steel, London: Bloomsbury 2013), and b) the Περὶ Θείων Ὀνομάτων (On the Divine Names) treatise (especially chapter 4) by Dionysius the Areopagite (critical edition: Corpus Dionysiacum I. De Divinis Nominibus, edited by Beate R. Suchla, Berlin: De Gruyter, 1990; English translations (a selection) by Clarence E. Rolt, London: SPCK, 1920, and John Parker, London: Parker, 1897). Dionysius was a Christian author of a disputed origin, and his text is nowadays widely agreed to be dated at the beginnings of the 6th century). These texts, along with a much earlier treatise, Plotinus’s Ennead I.8, Περὶ τοῦ τίνα καὶ πόθεν τὰ κακά (On what are and whence come evils), cause an immensely fruitful brainstorming to anyone wishing to dive into the problem of Good and Evil in Late Antiquity.
At a first glance, and from the overall stance of greek philosophical thinking, it is quite safe to generally ascertain that evil does not exist. From Plato and onwards evil’s existence is understood only by means of reference to the good. The original Platonic epistemological disposition towards evil is more or less maintained by all his successors – even by those who stand somehow remote from the core of Platonic philosophy. Now, such a disposition should not lead us towards a manichaistic dualism. For Plato, Plotinus, Proclus and Dionysius the common bottom line is that evil exists only as privation, lack (στέρησις), absence of the good. Already in Platonic, and consequently Neoplatonic (pagan) thought, the good is more or less identified with God (in many Platonic dialogues, i.e. Theaetetus, Republic, Timaeus, Plato does everything possible to make clear that evil should not be connected with the divine in any way).
Christian philosophy of late antiquity works out further the understanding that good is whatever derives from God. And as a matter of fact, everything derives from, precisely is created by, God. Thus, the entire creature is good, and, in general, everything that exists is good, since good and being are almost identical notions. The latter idea is responsible for a paradoxical syllogism: if one accepts that evil is (exists), and, if all existence stems from God the Good, and therefore is good as well, then one should acknowledge that evil is good. The syllogism is obviously ending to an ἄτοπον, and one has to figure out then, how evil should be qualified. What starts to become more consciously clear throughout the development of late Antique Christian and, later on, Byzantine philosophical tradition is that, evil has no natural existence. In other words, nothing which is or happens could be evil. To this it should be added that generation (γένεσις), corruption (φθορά), alteration (ἀλλοίωσις), diminution (φθίσις) had been already acknowledged and defined by Aristotle as something neutral, being neither good nor evil. So, for the Greeks, everything pertaining to being is not evil. Rather, the basic constant of cosmological thinking was that evil should be associated with disorder and disorderly states of being. Within Christian tradition, however, corruption and death cannot be equally claimed as good, since they are not natural in that nature was not created by God to end up in death. I shall not enter here into the discussion of what is ‘natural’ and what is not in the after-Fall state of creation, according to the Church Fathers. For the time being, I shall only mention in passing that the Areopagite does never adhere to a view that admits evil being associated within anything that is.
But if evil is not present in nature in the way scetched above, then one should rather turn from the attempt of inventing evil metaphysical principles, towards the faculty of will, that is to locate evil within the sphere of morality. The moral understanding of Evil is persistent in the thought both of pagan thinkers and the Church Fathers as a disposition (which also leads to activity) opposed to God and to God’s goodness. Thus evil is not an opposition of essences or subustances, i.e. God’s good substance versus an x’s bad substance (here is crucial to note that, the entire Christian philosophical and theological tradition maintains that God’s essence is both unknown and unknowable), but as a certain decision for opposing God. To understand this better, one might consider that for the Christian thought, the power that designs, creates, maintains and sustains, and saves the world is God’s divine energeia (divine activities). Life itself (at least, the way we understand life; Dionysius devotes an entire chapter on the divine name of Life, in the above mentioned treatise) is consisted in, and dependent on, God’s activity. Therefore, opposition to God would imply opposition to the presuppositions of life and to life itself. Seen from this point of view, evil substantiates as corruption and destruction.
If evil is connected to will, then one, because of the freedom granted from God that allows one to act even against God, is free to decide to act against God’s Word (the Word of God here meaning not an ethical commandment for a morally accepted life, but the ontological foundation of the cosmos). Hence, evil is that which opposes God, who is The Good. As such evil could be introduced to the cosmos only by a living being that being free demonstrates the ability to use its freedom in order to act against God. Thus, evil appears when a rational being decides to act against its creator, against its creative algorithm (this obscure expression aims at pointing to the ontological implications of the problem of evil, which derive from the moral understanding of it). In the hierarchical structure of cosmos – a structure largely conceived within Neoplatonic philosophy – not only humans but also angels, demons, souls, are rational beings. Similarly, in the Christian tradition there is a hierarchy in the invisible realm, a central difference (among many others) being the fact that – in contrast to pagan Neoplatonism – demons are defined as angels fallen, after their willed direct opposition to God. In other words, the loss of humbleness of some angels prompted them to think that they can reverse the parameters of the(ir) creation, that is to replace him who created the world, by themselves. It is extremely interesting to deepen into the mystery of the human being and see, or understand somehow, how this corruption affected not only the angels, but also the human soul and mind (with detrimental consequences to the bodily constitution of the human being, as well), so that the human being believed that can become God ‘in the place’ of God and without God. This wish, this irrational desire, (again this prédication of desire depends on the association of rationality with a positive source of being: rational is what is in accordance with its Logos of being, whereas irrational what is in discordance) is the matrix for the birth and growth of Evil, the latter not being primarily identifiable as such, but secondarily, as dependent on the Good.
The above general outline, intends to show that a differentiation between good and evil, and a discernement of the latter, should be based on a rather simple remark, that evil does not exist. One may speak of evil as absence of the good. Thus, ontological, so to say, evil does not exist. This last point is very well conceived by many major Greek philosophers and theologians, both pagan and Christian, i.e. Plato, Aristotle, Plotinus (who is admittedly a particular case in that in several regards he moves beyond the main lines of Greek thought on the issue), Proclus, Dionysius, Maximus the Confessor, John of Damascus, who argued on evil by starting from the good and ending up to the good. So it was clear to them that one cannot speak of evil as such. Even Proclus, who attempts to define evil as such, uses all the qualities of the good, structuring what one could call the ‘non-ontology of evil’. If the good, is inherent to human beings, then each human being should be rightly expected to have a sort of inner information of what is good and bad and therefore how is worth acting.
To conclude, I do not think I could agree with the idea that good and evil are two sides of the same coin. There is an asymmetry between them. Man cannot think of, nor speak about, evil the way man can do that about the good. For the latter is, whereas the former is not.
The Miraculous Last Outpost of the Roman Empire
A pilgrim tour from Norway to Mount Athos
Text by Øystein Silouan Lid, Pictures by Torbjørn Fink & Panagiotis Pavlos

In this post I reproduce a beautiful article originally published in Norwegian, in the newspaper Dagen, from Bergen. It is about a tribute to Mount Athos, titled: ‘Mirakla i Romarrikets siste utpost‘ (‘The Miraculous Last Outpost of the Roman Empire’), written by the journalist Øystein Silouan Lid, who happened to travel to the Holy Mountain, in May 2016. The English translation was prepared by the author on the occasion of its publication on the portal pemptousia.com, in August 2016. I am grateful to Øystein Silouan Lid for his permission to reproduce it here. Some of the pictures in this post are property of Torbjørn Fink, one of the members of the pilgrims group, to whom I am grateful as well.

This summer [2016 -ed.] ten Norwegians were granted an audience at The Holy Mountain, the last remaining part of the Roman Empire. The monks who live here tell stories of miracles and wonders as a normal part of everyday life. Mount Athos has been called the one place on planet earth that has changed least over the centuries. The Orthodox monks who dwell here, live as they did during medieval times, praying and working. They come to dedicate their lives completely to God, and the last thing they want is for the hard-to-reach peninsula to become a tourist attraction. Nevertheless, the monastic republic in northern Greece has a remarkable pull on people from all over the world.
When the famous CBS news magazine 60 minutes in 2009 asked permission to come do a story on The Holy Mountain, the request was categorically denied. It took two years of negotiating before one of the monasteries finally said yes. It was therefore not without trepidation that the Norwegian journalist set foot in Karyes, the administrative centre of Mount Athos, before setting off on foot towards the ancient monastery of Iviron.

The forest on each side of the footpath has a jungle-like appearance. Wild edible peas, dill and oregano grow in several places. Suddenly we notice the wonderful fragrance of incense – the smell is easily recognized from the Orthodox liturgy. Yet here we are, in the middle of the forest, and no one is swinging the censer.

Small signs and wonders such as these happen all the time here on Athos, says Panagiotis Pavlos. He is a scholar of philosophy at the University of Oslo, and presently our local guide. We are not far from the house of saint Paisios (1924-1994), regarded as one of the holiest men of the monastic peninsula. While he was alive people came by the thousands to visit him – on this very path. They were healed from all kinds of diseases, delivered from demons, and received spiritual counsel. It was said that his mere presence could change the hearts of the pilgrims who came to see him, and draw them towards Christ. Panagiotis was himself one of the many people who came to visit the saint’s kellion (monastic cell) in the forest, and is a friend of the monk who lives here today – father Arsenios.
– Christos anesti (Christ is risen)! Panagiotis cries out, and before long a man with a flowing beard is seen in the doorway.
Father Arsenios greets his old friend warmly and the Norwegians politely, before telling a few of the numerous stories of signs and wonders which took place right here in his cabin. A phenomenon father Arsenios tells us about, is the ability of saint Paisios to know what the guests would ask him, before even opening their mouths.
– Once, a lawyer came to Mount Athos. He didn’t believe the stories about Paisios, and decided to put him to the test. He planned to present himself as a doctor, instead of a lawyer. When he arrived at the gate he found himself in a group of 50 people who all had come to see the saint. Elder Paisios opened his door, looked the lawyer straight in the eye, and said: “Go away, and take your lies with you to the court room”. The man never doubted again, says father Arsenios.

The kind of Christianity preserved on Athos has a rather unique history. After the capitol of the Roman Empire fell to the occupying Muslim army in 1453, Mount Athos became the last remaining outpost of Imperium Romanum. Already in the year 972 it had been established as a self-governing monastic state within the empire by the emperor John the First, Tzimiskes.
Today the «Autonomous Monastic State of the Holy Mountain» is the only republic where the banner of the Eastern Roman Empire – the characteristic double eagle – still can be seen waiving in the wind on top of official flag poles.
Mount Athos is today considered to be the spiritual centre of the Orthodox Church. Over 2.000 monks reside in the 20 operative monasteries, having dedicated their lives to prayer for the entire world.

–The monks find the reason behind their monastic calling in the words by Jesus Christ (Matthew 19) regarding a life of celibacy for the sake of the kingdom of God, about selling all belongings, giving to the poor, and following Christ, says father Johannes, the priest in St. Nicholas Orthodox Church in Norway, as well as the spiritual guide of the group.

During the stay we live in three-bed, four-bed and eight-bed rooms in different monasteries, and take part in the daily lives of the monks. The services often start at 3 o’clock in the morning, and there are only two daily meals. They are all vegetarian and last for a grand total of ten minutes.
The pilgrims thus have more time for conversation and getting to know one another. All of them have a Lutheran background. Two of them, Lars Karlsøen and Bjørn Skauen, have even been priests in The Lutheran state church of Norway. Several of them have sought refuge in the Orthodox Church from what they see as heresy, modernism and worldly influence in Protestantism.

– I experienced that the Norwegian state church no longer had room for me. When I am here on Athos and see the spiritual riches of the Orthodox tradition, I can’t help thinking that Martin Luther made a great mistake in doing away with monasticism. The monasteries are guarantors of right doctrine, and the monks are models for the laymen when it comes to worship and obedience, says Karlsøen.
– The first time I visited an Orthodox church the liturgy was in a language I did not understand. Even so, I experienced it and tears started flowing, says Thorleif Grønnestad. He converted over 10 years ago, and is today in charge of typica services in his home town Sandnes.
Still, they do not paint a rosy red picture of the situation in The Orthodox Church. In some places the organization is poor, in others there are issues of nationalism. One of the pilgrims, Dag Markeng, has a striking comment.
– When I became Orthodox in 1983, my sponsor said something that I have found to be true. It won’t be easy being Orthodox – but it will be worth it.
One of the richest and most beautiful monasteries we visit, is called Vatopedi, established in the 5th century. Golden coins, gilded chalices and spectacular church art is everywhere. But it is also the home of a great treasure not made from gold, but from camel hair – preserved from the earliest times of Christianity.

– This is the belt of the Virgin Mary, says the monk Evstathios.
According to written sources the belt was preserved in Jerusalem until the year 400. After being in Constantinople for some years, it was given to the monastery of Vatopedi as a gift.
– This belt didn’t only perform miracles at one point in history, but to this very day. Every 14th day or so we receive messages from all over the world from people who have been healed or helped after having been in contact with the belt, says father Evstathios.

The Orthodox claim that in the same way as God performed miracles through even the clothes of the apostle Peter (Acts 19, 12), the same thing happens through the belt of the Theotokos. Father Evstathios point to a series of strange stories related to the belt. Especially childless couples are helped, but many different diseases have also been cured.
– An oncologist from Switzerland came to see us and was given a few bottles of oil. He himself did not believe the stories, but he wanted to conduct some experiments after having heard about the phenomenon. He gave it to all the patients who were close to the terminal phase. Some did not survive, but two of his patients were fully healed. He came back to us in the monastery and told us about it. We don’t know why some are healed and others are not, but we use the oil in faith, and see what God wants to do, says father Evstathios.
Each of the Norwegian pilgrims are given a bottle, and father Johannes are given several – for use in the Orthodox Church in Norway.

Towards the end of the stay the Norwegians hear a rumour about a Scandinavian monk at one of the monasteries they were visiting – Karakallou. After having met mostly Greek monks on Athos it makes an impression to meet a monk with glittering blue eyes and a long read beard. Father Prothromos is from Finland, and speaks some Swedish. As it turns out that also he has a Lutheran background.
– How did you become orthodox, father?
– I went into an Orthodox Church one, and was so struck by the liturgy that tears started flowing. I realized immediately that I had to belong here, the monk says, echoing the story many of the Norwegian converts carry with them.
Soon after his conversion 20 years ago, father Prodromos travelled to the Holy Mountain. Now he is head of the guest house in the monastery, and has had to learn several languages.
– How is life here in the monastery?
– It is very good. Since the monastery of Karakallou is not as large as the others (number 11 on the internal ranking among the 20 monasteries), it is not as busy as some of the rest. So I have plenty of time to focus on prayer, says father Prodromos, reminding us about what really matters in life.